Ετυμολογία από Βικιλεξικό: τσουκάνι < (ελληνιστική κοινή ) τυκάνη ή (σλαβική) tsukan.
αν θες, κάνε συμπλήρωση του ορισμού σου κ στείλε τον πιο ανεπτυγμένο αναφορά για να αντικαταστήσουμε τον υπάρχοντα, ώστε να μην χαθεί η σχέση με τα σχόλια.
για τη μορφή του λήμματος σε νιώθω, ας πούνε κ άλλοι κ να δούμε αν έχει νόημα να αλλάξει.
Βλ. και την Τετρόικα, που προτείνει ο Νίκος Σαραντάκος, και όπου βλέπουμε και άλλες δυνατές ονομασίες.
Έχεις δίκιο jesus ότι δεν είναι μόνο τιμωρητικό. Στην αρχή είπα να γράψω μόνο γι αυτήν την 1η έννοια, βλέπω όμως τώρα οτι πρέπει να συμπληρωθεί και με άλλες, μη σεξουαλικές, γι αυτό ανεβάζω άλλον ορισμό, συμπληρωματικό (μακάρι να γινόταν να συμπτυχθούν οι 2 και να μεταφερθούν και τα σχόλια). Για τη μορφή "περνώ χέρι" προβληματίστηκα πολύ, γιατί δεν είναι μόνο το σύνηθες περνώ ένα χέρι ή τα δέκα χέρια του Γκαϊφύλλια. Το (συναρπαστικό) ρήμα "περνάω" συνδέεται με το θεμελειώδες "χέρι" [ο Έγκελς στην 'καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους' γράφει, αν θυμάμαι καλά, οτι το χέρι δημιούργησε τον χόμο σάπιενς(1)] ποικιλοτρόπως και τώρα -στον νέο ορισμό- αυτή η γενική μορφή-ομπρέλα του "περνάω χέρι", είναι νομίζω ικανοποιητική.
(1) με την ίδια σουρεαλιστικά πρωθύστερη, αλλά τόσο ποιητική και δημιουργική έννοια που ο Ελύτης λέει *"Tα φρούτα φτύνουν το κουκούτσι τους", κι η Φρανσουάζ Ντολτό "τα παιδιά επιλέγουν τους γονείς τους".
Αναφέρεται και στο τραγούδι των Χατζηφραγκέτα "πάμε Πετράλωνα"
Πάμε Πετράλωνα να γίνουν τα ανάλογα
τρίφυλλα, τετράφυλλα ξανά στου ντε λα φου
πάμε Πετράλωνα να γίνουν τα ανάλογα
τρίφυλλα, τετράφυλλα το παίζουμε ξεχού
ωραίος, είχε πιάσει αράχνες στο πρόχειρο λόγω προσωπικής άγνοιας.
μόλις έμαθα ότι την Βελκουλέσκου την περνάει ένα χέρι ο Σπαλιάρας, κάτι σαν αστάρι
Το 1979 αγόρασα το LP (το τρίτο μου - Το πρώτο μου ήταν το"Μεταφοραί εκδρομαί ο Μήτσος" του Πουλικάκου, το 2ο το διπλό "Anthology" της J.Joplin, το '80 αγόρασα πικάπ)
πολύ σωστό. με προβληματίζει μόνο το λήμμα στη μορφή "περνάω χέρι" γιατί δεν λέγεται έτσι. μήπως να αλλαχτεί κάπως σε πχ "περνάω ένα χέρι", γνωρίζοντας ότι δεν λέγεται μόνο έτσι; νομίζω είναι η πιο αντιπροσωπευτική μορφή της έκφρασης, κ μετά μπορεί να μπει παράρτημα στον ορισμό που να διευκρινίζει ότι προφ δεν περνάς μόνο ένα χέρι κτλ.
επίσης, δεν έχει μόνο τιμωρητικό χαρακτήρα πχ "την φόρτωσα, την πήγα σπίτι, την πέρασα ένα χέρι επιτόπου κι άλλο ένα το πρωί πριν φύγει" (κατούρα κ λίγο).
λέγεται κ στα γαλλικά, passer/mettre une couche (ελαφρά αβεβαιότητα για το ποιο ρήμα χρησιμοποιείται, ίσως κ τα δύο), με ακριβώς την ίδια έννοια του ορισμού: μία στρώση (μπογιά, μίνιο κτλ).
Πολύ πιθανόν
Πιθανον να είναι πάντρεμα και των δύο (θυμήθηκα κάποιον που αποκαλούσε τη φούντα κουδουνόχορτο)
χαχαχαχαχαχαχα δώσε πόνο
και το ο με ω λογικά
έπικ σούλτο
και αν δώσει και κώλο σέρνει τον κόσμο όλο
+5
Φοβερά τα μπούλετ σφυ, Σφυ!
Σαν έκφραση υπάρχει (τουλάχιστο στη Χίο) το (α)λιμπερτός - σπανιότερα λιμπερτάδος- δλδ ελεύθερος, χύμα, αμολητός, επί προσώπων και πραγμάτων.
Αφήνει τους σκύλους λιμπερτούς και μπαίνουν στα κοτέτσια.
Οι κορμοί κατεβαίνουν λιμπερτοί το ποτάμι και τους μαζεύουν στο πριονιστήριο.
'Αμα την αφήκης τώρα αλιμπερτή, θα καταλήξει γιά πρεζού, γιά πουτάνα (συμβουλες για "σφίξιμο των λουριών" σε έφηβη).