Το Εμπειρίκος δηλαδή σαν να λέμε λέγεται αντί του έμπειρος;
Μάθημα ποποφωνικού σολφέζ
Καλώς το Στάβωνα :-) (πρώην Βράστα speaking)
Βρε τις παλαιοσειρές! Ακόμη εδώ; Μόλις έλαβα ενημέρωση περί της νέας σελίδας. Ωραία η σαΐτα, προτιμώ όμως την παλαιά.
Ας συνεισφέρω εις τον σχολιασμόν σαν τον παλαιό καιρό, για να σάς δείξω τι χάνατε τόσα χρόνια :)
Φιλοσοφική ερμηνεία: Προφανής ρητορική υπερβολή βγαλμένη μέσα από τον Ισοκράτη: «Είσαι άνδρας αλλά και δεν είσαι εάν δεν...» κατά το «είσαι Έλλην αλλά και δεν είσαι εάν δεν μετάσχεις της Αθηναϊκής παιδείας», θεωρία που εισάγει την υπερβολική σύγκριση «άνδρας/περισσότερο άνδρας», «Έλληνας/περισσότερο Έλληνας».
Θεολογική ερμηνεία: Εδώ ο άνδρας γίνεται από φύλο, εσχατολογικός προορισμός του τύπου: Κανένας δεν είναι τώρα άνδρας, θα γίνει κάποτε, όταν θα έχει κάνει όλα αυτά που πρέπει να έχει κάνει ένας άνδρας, αλλά δεν προλαβαίνει να κάνει ούτε ο Σούπερμαν. Ο κατά φύσιν άνδρας αποκτά μεταφυσική διάσταση και ο ανδρισμός γίνεται ανάλογος της θεώσεως. Κανένας δεν είναι άνδρας εάν δεν κάνει όλα εκείνα, τα οποία είναι ανθρωπίνως αδύνατα να γίνουν μέσα σε μία ζωή. Επομένως ο ανδρισμός γίνεται άπιαστο όνειρο, μεταθανάτιος δόξα, αντίστοιχον της αγιοσύνης, μόνον μετά θάνατον αναγνωρίζεται κάποιος ως άνδρας, όχι από την φύση αλλά από τους άλλους, και δοξολογείται ως τέτοιος.
Αυτήν την εσχατολογική ματαιότητα εκμεταλλεύεται ο αδελφίστικος δάκτυλος «...αν δεν τον φάς...» (Κερτ Κομπέιν) «αφού δεν μπορείς ποτέ να γίνεις άνδρας εν ζωή, δεν γίνεσαι αδερφή τώρα που μπορείς; Θα μπορέσεις εξάλλου να μετανοήσεις ολίγον προ του θανάτου» (σατανάς και αδερφάτο), δια της δολίας αντιθετοαντιστροφής του ορισμού «γυναίκα είναι το άχρηστο κρέας γύρω από το αιδοίον» → «άνδρας είναι το χρήσιμο κρέας γύρω από την άχρηστη κωλοτρυπίδα», «μην στεναχωριέσαι, δεν επηρεάζει τον εσχατολογικό ανδρισμό σου» και τα συναφή.
Άνδρας που δεν φλυαρεί στο Σλάγκ δεν είναι άνδρας. Ουφ...έφτασα ένα βήμα πιο κοντά.
Βίκαρ, επειδή ξέρεις πόσο σε εκτιμάω και παίρνω σοβαρά υπόψη μου τις απόψεις σου, βοήθησέ με στην κατανόηση: λες "το στόμα ούτε ξεραίνεται ούτε στενεύει" και μετά αφήνεις υπαινιγμό ότι αυτά δε συμβαίνουν με τον κώλο. Ενώ ο κώλος ξεραίνεται και στενεύει τύπου. Και άρα το στόμα είναι καλύτερο από τον κώλο. Αυτό;
Με την ευκαιρία ναθυμηθούμε και τουςκοντραμπατζήδες, αγαπημένο τραγούδι του παππού μου, του καπτα-Μήτσου, πού'κανε αυτή τη δουλειά στα νειάτα του (1915-1925).
Ε το ίδιο λέμε άρα.
Στην ανατολική Μακεδονία (πχ Δράμα), το "έκανε κατσjαρμά" θα πει οτι "την έκλεψε" την κοπέλα, "κλέφτηκαν".
Το καυλεπώνυμον πλήθος χαιρετίζει το λήμμα με ταυτόχρονη κατά ριπάς εκτόξευσιν παχύρρευστων ρουκεττών ερωτικού γλεύκους.
Πιθανή (εναλλακτική) ετυμολογία του "κατιρματζή" από το τούρκικο katır, που σημαίνει μουλάρι. Ας μήν ξεχνάμε, πως πολλά "λαθραία" τα διακινούσαν και διά ξηράς (όπως και στο τραγούδι του Μιχ. Ζαμπέτα.)
Θά μπορούσε να αναφέρεται και στην τονικότητα της κλανιάς: κλανιά σε Φα μείζονα. (προσοχή ομως να μην την πάρουμε πολύ ψηλά και...)
(άσχετο)
Το γάμησαν και ψόφησε τελευταία όλες οι γουαναμπή ντα-κότες με το δάγκωμα του κάτω χείλους, είναι το νέο ντάκφεϊς..
Μετά συνειδητοποίησα ότι πιθανόν να επρόκειτο για αυτοεκπληρούμενη προφητεία: Την είχαμε βάλει μήδι στο σλανγκρ σε κάποιο φιλελέ λήμμα.
O N.Δ. Τριανταφυλλόπουλος το δίνει:
ξεμπουρδαλιάζω= ελευθεριάζω, φέρομαι άτακτα και ζωηρά, ρεμπελεύω, από το ξε- και πιθανώς από το ιταλικό bordellare.
Ευτυχώς, οι 'κόκκινες γραμμές' χρησίμευσαν ως "νήμα της στάθμης" στο τέλος...
Ασφαλώς και χρησιμοποιείται, απλώς αποτελεί περισσότερο βρίσιμο-μπινελίκι τ. παλιοαρχίδι (όπως πιχί το cocksucker) και λιγότερο χαρακτηρισμός του μουνογλωττιστή.
Θα ημπορούσε, θα ημπορούσε ιατρέ μου!
Θα ημπορούσε να είναι και εκ του fuck + κλάνω βάσει της αρχαίας ρήσεως "Σε γαμώ και κλάνεις και παιδιά δέν κάνεις" (Αντισυλληπτικές πορδές κλπ κλπ)
Θένκια +CΟΥΛΤΩ+, Κχάνε προcκυνώ την πορδούλα cου!
Παρετυμολογικά ο νους μου πάει σε κάποια που κλάνει φακές.
Η φακλάνα είναι βυζαντινοσλάνγκ!
Τη βρίσκουμε για πρώτη φορά από ό,τι φαίνεται και ως αγνώστου ετύμου στο δημώδες σατιρικό κείμενο Ακολουθία του ανοσίου τραγογένη Σπανού γύρω στον 14ο αιώνα.
Ἡμεῖς, ὅ τε παπα-Φιλίσκος ἀπὸ τοὺς Φιλίππους καὶ ἡ κυρὰ Κουμετσικίνα ἡ Κατσικοπορδοῦ ἀπὸ τὴν Ἀσφάμιαν, παπαδία του, παραδίδομεν εἰς τὸν γαμβρὸν ἡμῶν κὺρ Λέοντα τὸν Κατσαρέλην ἀπὸ τὴν Πέργαμον τὴν γνησίαν ἡμῶν καὶ φιλτάτην θυγατέραν ὀνόματι Φακλάνα. Ἐν πρώτοις δίδομεν τὴν εὐχὴν τοῦ γαϊδάρου μας, μετὰ δὲ ταῦτα τὰ κάτωθι γεγραμμένα, ἤγουν κουκουμάριν ψύλλων ἓν, ματσοῦκες ἁγνὲς καὶ τὸ προικοσύμφωνό του.
Προφ είναι παρωδία γάμου. Ωσεκτουτού, δικαιούμαι, νομίζω να προφέρω βυζαντινοπρεπώς το φακλαναριό ως Φακλανάριον.
Νταξ, σου απενεμήθη αριστίνδην φακλανοδιδακτορικό.
Τη χρησιμοποιεί σίγουρα αρκετά (απ' ότι θυμάμαι) ο Στίβεν Κίνγκ.
xalikoutis
in νυχτοπερπατητής