#1
Khan

in προπέλα

Στο μήδι μάλλον για ειρωνική- μαγκίτικη φαίνεται.

#2
dryhammer

in τσολάκογλου

Επι των ημερών του ξεκίνησε και ο εκμηδενισμός του νομίσματος, που έφτασε στα δις και τρις των χαρτονομισμάτων της κατοχής (μέ το χαρτί τους να αξίζει περισσότερο από την ονομαστική τους αξία) κάτι πού έφτασε μέχρι τίς μέρες μας από κάτι παππούδια που χαρακτήριζαν την πληθωρική (αείμνηστη) δραχμή «Τσολάκογλου».

Ατακα απο το επος ´οι εραστες του αιγαιού´ με νοτη πιτσιλο και τζιμυ μπελαρικε(pic)

#4
allivegp

in σφαλιχτάρι

Η κάμα αντιθέτως, έχει λεία κόψη.

#5
allivegp

in πόι

POI, point of inerest στα GPS.

#7
vikar

in σώνει και καλά

Ακούγονται και οι συνδυασμοί ντέ και σώνει και σώνει και ντέ. Δέν είμαι σίγουρος αν κάποιο απ' αυτά είναι πιό αργκοτικό απ' τ' άλλα. Θα την έλεγα φράση της καθομιλουμένης, απλά, άν και ομολογώ γουστάρω όρο σλανγκικά καθολικός...

#8
vikar

in Σέρλοκ Χόλμς

Σέρλοκ μπάρμαν, είπα να το μοιραστώ.

Παρεμπιπτό, εννοείται οτι λέμε (και στα ελληνικά) σέρλοκ, και για οξυδερκή, ευφυή παρατηρητικά άτομα, απλά, χωρίς να φαντασιοπληκτούν ή να συνωμοσιολογούν. Και μάλιστα δέ θυμάμαι να τό 'χω ακούσει οπως το δίνει επάνω ο Γκάτζ.

Στα αμερικανικά αγγλικά «armchair quarterbacks». Quarterback είναι ο παικτης του αμερικανικού ποδοσφαίρου (ράγκμπυ για εμάς) που παίζει σε θέση επιθετικού. Συνολικά η έκφραση σημαίνει κάτι σαν «παιχταράς της πολυθρόνας».

Έχει γίνει καραβάϊραλ, ακόμα και η Ταχιάου το ανάρτησε στο φατσομπούκι της

#11
PUNKELISD

in αγρότης

'φχαριστώ pats!

#12
xalikoutis

in σαλίζω

Σαλεύω στην Κρήτη (μήπως μόνο στα Σφακιά; θα το ψάξω...) σημαίνει κουνιέμαι (π.χ. έγγιξά του και δεν εσάλευε= τον ακούμπησα και δεν κουνιόταν), προχωρώ, βαδίζω: πολύ συχνή η προστακτική σάλευ(γ)ε! = προχώρα! Τα βήματα λέγονται ζάλα παγκρητίως. Από την ίδια ρίζα ίσως;

Το σαλίζω=φλυαρώ δεν το έχω ακούσει.

Όσο για τους δια Χριστόν σαλούς, χωρίς να το έχω ψάξει ιδιαίτερα αλλά οσμιζόμενος τι είναι το μέηνστρημ της προσέγγισής τους, μου κάνει πολύ εντύπωση πως ορισμένοι θεολόγοι και παπάδες, στο πλαίσιο της περιφρούρησης των ντισιπλίναρι ορίων και άλλων πολλών, καταπίνουν αμάσητη την ψυχιατρική... Μην τυχόν και στιγματιστούν οι δια Χριστόν σαλοί ως... σαλοί... Απίστευτο. Δεν είναι λοιπόν τρελοί αλλά μάλλον τρελούτσικοι, ψιλοφλώροι που μαζεύουν λεφτά (θεληματικά) για να κάνουν τατού και πήρσινγκ (μωρία) αλλά προσεκτικά και με κάθε προφύλαξη, που δεν τραβάνε και κανά ζόρι ιδιαίτερα, δεν είναι μωρέ και επικίνδυνοι ούτε καν για τον εαυτό τους, απλά λιγάκι του την έδωκε του αγίου μετά την εξεταστική...

Εγώ νομίζω ότι η σύγχρονη ψυχιατρική αν εξέταζε δια Χριστόν σαλό και ήθελε να είναι συνεπής στα ίδια της τα κριτήρια θα έπρεπε να διαγνώσει κανονικότατα ψυχοπαθολογία.

Το βιβλίο της γ- λυκείου των θρησκευτικών είναι ευτυχώς πιο προσεκτικό.

Αυτά, σφίξανε κι οι ζέστες.

#14
Khan

in σαλίζω

Εδώ το δίνει και με την σημασία του φλυαρώ και καλά από το σάλιο, ως αναφερόμενο στον Ερωτόκριτο.

#15
σφυρίζων

in νίωση, γνιώτη

Πως το ανακαλύψαμε; Μα είμαστε άντρες!

#16
vikar

in σαλίζω

Πάτσις, ωραίος. Δέν ήξερα οτι υπήρχε τόση παράδοση απο πίσω.

Να πούμε, παρεμπιπτό, οτι ο πιό νομότυπος σχηματισμός απ' το σαλός δέν θα ήταν το σαλίζω, αλλα το σαλώνω (εξού και ξεσαλώνω).

#17
patsis

in αγρότης

Ωραίος ορισμός.

#18
dryhammer

in τσατσά

Οι ναυτικοί (ιδιαίτερα όσοι πήγαν άπω ανατολή) την λένε μαμασά

Βλέπε σχετικά http://en.wikipedia.org/wiki/Mama-san

και http://diaporon-bl.blogspot.gr/2014/04/blog-post_9232.html

#19
deinosavros

in γαλατάς

εδώ O Galatas.

#20
Khan

in μένω Προκόπης

Αντώνυμο: γίνομαι πύρρος

#21
deinosavros

in σαλίζω

Ισως από το ισπαν. salir = βγαίνω. Αλλά πρόκειται για λεξιπλασία, οπότε...

#22
patsis

in ισπανιστής

Οι τύποι στη φωτογραφία ίσως είναι περιτριγυρισμένοι από σκυλόψαρα, χαχακαλόεεεε;;;

Αγαπητέ Vicar, Η άγνοιά μου για τα ηλεκτρονικά φταίει για όλα. Απέστειλα το «Κυπραίικο γαϊδούρι, αίτημα για λημματογράφηση», δεν το εντόπισα δημοσιευμένο πουθενά. Απέστειλα το λήμμα: Κυπραίικο γαϊδούρι, αυτό το είδα. Όμως είχα κάτι συμπληρωματικό να εντάξω και μια διόρθωση να κάνω. Δεν ήξερα πως να το διευθετήσω. Τα ξανάστειλα και τα δυο και ησύχασα. Ύστερα από ορισμένη ηλικία, η πρόσκτηση νέων δεξιοτήτων, στη συγκεκριμένη περίπτωση: ηλεκτρονικές σελίδες, επεμβάσεις σ' αυτές κ.λπ. είναι δύσκολο πράγμα. Σάββας Παύλου

#24
patsis

in σαλίζω

Παρένθεση: Ίσως η μεταφραστική επιλογή της λέξης «σαλός» αντί των πιο συνηθισμένων «τρελός», «παλαβός» ή και «σαλεμένος» να γίνεται υπό την επίδραση της ορθόδοξης εκκλησιαστικής ορολογίας, με την οποία (ορθοδοξία) ο Ντοστογιέφσκι σχετίζεται.

Οι «δια Χριστόν σαλοί» είναι κατηγορία οσίων της Εκκλησίας. Αντιγράφω από εδώ:*> Ἡ διά Χριστόν Σαλότης εἶναι μία σπάνια καί ἰδιατέρως ἐπώδυνη μορφή ἀσκήσεως, τήν ὁποία χρησιμοποίησαν γιά τήν ἐν Χριστῷ τελείωσή τους κάποιοι Ἅγιοι, ἐλάχιστοι ἀριθμητικά σέ σχέση μέ τίς χιλιάδες τῶν γνωστῶν Ἁγίων. Συνίσταται στήν θεληματική μωρία. Ὁ ἀσκούμενος — συνήθως μετά ἀπό θεία πρόσκληση, σέ κάποιες περιπτώσεις μέσῳ κάποιου ὁράματος, σέ κάποιες ἄλλες μέσῳ τῆς ὑποδείξεως κάποιου χαρισματικοῦ καί διακριτικοῦ Πνευματικοῦ — ἀρχίζει νά φαίνεται στόν κόσμο σάν διανοητικά καθυστερημένος ἤ ψυχολογικά διαταραγμένος. Οἱ πράξεις του ἀπέχουν τῆς κοινῆς λογικῆς καί ἡ συμπεριφορά του εἶναι συνήθως προκλητική, οὐδέποτε ὅμως ἐπικίνδυνη γιά τόν ἑαυτό του καί κυρίως γιά τούς ἄλλους. *

#25
vikar

in σαλίζω

Περίεργος σχηματισμός. Θα περίμενε κανείς να πείς σεϊλάρω αν βγαίνει απ' το sail, όχι σαλίζω. Το λέτε μόνο στην παρέα σας αυτό, ή ακούγεται γενικότερα;

Παρεμπιπτό, το σαλίζω θα μπορούσε να σημαίνει και «τρελαίνω», απ' το σαλός (αγαπημένη λέξη μεταφραστών του Ντοστογέφσκι...).

#26
MXΣ

in νίωση, γνιώτη

καταπληκτικό λήμμα αλλά και το 5ο παράδειγμα συγκλονιστικό! Πως το ανακαλύψατε ρε μπαγάσες;

#28
σφυρίζων

in παγκαλέων

Κλασιδίαρης ή Κλασίδας.

#29
σφυρίζων

in παγκαλέων

(Άκυρον, καροτέν/μπαγκσμπάνης δεν είναι ο Θεοδωράκης αλλά ο Σακελλαρίδης)

#30
dryhammer

in πίνω

Το λεγόμενο (γ)λυκόφως...