Ο ατσούμπαλος, ο άχρηστος.

Πάλι σκόνταψε ο ανάπηρος.

Got a better definition? Add it!

Published

#1
Επισκέπτης

Βαριεται να κουνηθη, ανικανος το αναπηρο εχει αραξει και τα ξινει

#2
patsis

Άσχετα με πολιτίκαλλυ κορέκτ και τέτοια, το «ανάπηρος» σαν ψόγος είναι πάρα μα πάρα πολύ συνηθισμένο μεταξύ παικτών διαδικτυακών παιχνιδιών, ίσως και αλλού (επιβεβαιώνω λήμμα τώρα, υψηλό καθήκον μού ’λαχε, δώστε βάση!). Μπορώ να φανταστώ πώς ξεκίνησε: για κάποιον που δεν «έπαιρνε τα πόδια του» in-game κι έτσ’.