Ο έχων μεγάλο κώλο, στην ίδια συνομοταξία με τον ψωλαρά και τον πουτσαρά. Κοινώς γνωστός και ως χοντροκώλης.

  1. Ποίησης εγκώμιον:

Ο κωλαράς Μενέλαος, ο μέγας Αχιλλέας, ο Οδυσσέας κι ο Πάτροκλος, το αρχίδι της παρέας. Έξω απ' τα τείχη κάθισαν τσαμπουκαλήδες όλοι και έκαναν προσπάθεια να πάρουνε την πόλη. Τα γύρω τα περίχωρα τα είχανε ξεκάνει κι όλο τον τόπο γενικά μπουρδέλο είχαν κάνει.

(από BuBis, 26/08/09)

Δες και -άρας, -αράς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
GATZMAN

#2
Vrastaman

Ή, όπως είπε ένας Άγγλος φίλος, «the Athens Hilton must be the Hilton with the largest 'behind' in the world» :P

#3
allivegp

Το αντώνυμο του κωλαρά είναι ο κωλίγος.

#4
BuBis

περιφέρεια Κιλκίς, που λένε στην πατρίδα!