Φράση βαριάς μαγκιάς ή βαριάς τεμπελιάς. Δεν μπορώ να περπατήσω γιατί είμαι τόσο μάγκας, έχω κάτι αρχίδια ναααα, τα οποία βαραίνουν τόσο ώστε δεν μπορώ να σύρω τα πόδια μου. Όμως εκτός από μάγκας είμαι και τεμπέλαρος του κερατά, οπότε καθηλώνομαι εκεί όπου γουστάρουν τ' αρχίδια μου και δεν μπορώ να κάνω βήμα. Επίσης, βαριέμαι οικτρά.

Σχολική μαλακία.

- Τρέχα ρε σύ, θα το χάσουμε το λεωφορείο!
- Δεν μπορώ να περπατήσω, με τραβούν τ' αρχίδια πίσω...

Φιλαρίασις (ἐλεφαντίασις) τοῦ ὀσχέου (από aias.ath, 05/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Galadriel

Είσαι στο μυαλό μου συναγωνίστρια ιρονίκ. Δεν μπορώ να περπατήσω.

#2
GATZMAN

Σπέκια για τον ωραίο ορισμό.

Αυτός ο όρος βρίσκεται στο ίδιο ακριβώς φορμά με τον όρο «δεν μπορώ να περπατήσω με τραβούν οι μήνες πίσω» που χρησιμοποιείται κατά κόρον, από παλιούς φαντάρους στον στρατό. Αυτή την τελευταία φράση είχα σκεφτεί να την ανεβάσω, αλλά θεωρούσα πως σημασιολογικά είχα καλύψει το κενό, επειδή είχα ανεβάσει το παρεμφερούς νοήματος λήμμα:περπατώ και διαλύομαι, λες να απολύομαι;. Είναι δε τόσο διασυνδεδεμένες αυτές οι φράσεις μεταξύ τους, ώστε η μια να θυμίζει την άλλη. Πάνε σαν πακέτο.

#3
aias.ath

Ἂν ὁ κύριος τῆς φωτὸ πῇ «Δὲν μπορῶ νὰ περπατήσω κλπ», θὰ συνεχίσῃ νὰ εἶναι σλάνγκ;
(Ἄριστα 10)