«Βάζω κάτι στο μούσκιο»: το μουσκεύω με σκοπό να το διατηρήσω ή να το βελτιώσω – π.χ. φέτα (ή την μασέλα της γιαγιάς) σε άλμη για να διατηρηθεί, φασόλια για να καταστούν περισσότερο βραστερά, μπακαλιάρο για να αφαλατιστεί, κοκ.

Η έκφραση διευρύνθηκε σλανγκικά και χρησιμοποιείται με την έννοια του βάζω κάτι ή κάποιον στο συρτάρι.

Μια ιδιαίτερη εφαρμογή της έκφρασης είναι η βοϊδόπουτσα στο μούσκιο, δηλαδή το μαριναρισμένο σε ξύδι καμτσίκι που ευφραίνει τις ψυχές σαδιστών τε και μαζοχιστών.

  1. Πληροφορίες λένε ότι οι αναιρέσεις που ασκούνται κατά ασφαλιστικών μέτρων που δικαίωσαν εργαζόμενους, και ιδίως συμβασιούχους, έχουν σχηματίσει ολόκληρες στοίβες. Και περιμένουν «στο μούσκιο» για να δικαστούν κάποτε, όταν για τον συγκεκριμένο εργαζόμενο μπορεί και να μην έχει πια νόημα, αφού ίσως έχει βρει αλλού δουλειά και αφού θα έχει σίγουρα εξοντωθεί ψυχικά και οικονομικά.
    (από εδώ)

2.Δεν υπήρχαν όμως στην πραγματικότητα πολλές επιλογές για την Ε.Ε. μετά την κατάρρευση της σοβιετικής αυτοκρατορίας. Με ποια λογική και ποια ηθικά ερείσματα θα μπορούσε η Ε.Ε. να κρατήσει στο μούσκιο για πολλά χρόνια την Πολωνία, την Εσθονία και τις άλλες χώρες που είχαν ανακτήσει την εθνική τους κυριαρχία και ζητούσαν να ενταχθούν και αυτές στην ευρωπαϊκή οικογένεια; (από εδώ)

Στο μούσκιο (από Vrastaman, 11/05/09)Σύντροφος Λένιν στο μούσκιο (από Vrastaman, 11/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
GATZMAN

Τα φασόλια για να καταστούν περισσότερο βραστερα...χε χε

#2
Vrastaman

«Το βραστερό φασόλι» - σλανγκ των μαμάδων μας

#3
ο αυτοκτονημενος

γκρειτερ εισε μπρε βραστ