Ο όρος αυτός ανήκει στο ιδίωμα των Μεγαρέων και περιγράφει τον παθητικό ομοφυλόφιλο.
Ετυμολογικά προέρχεται από τα δύο συνθετικά: πίσω (όλοι καταλαβαίνουμε τη χρήση της λέξης) και την κουμπούρα, η οποία είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα όπλα της Επανάστασης με χαρακτηριστικό το μακρόστενο σχήμα που παραπέμπει στο ανδρικό μόριο.
Άλλα συνώνυμα που ανήκουν επίσης στο Μεγαρίτικο ιδίωμα: κωλοφύρης, κωλοβρέχτης, κουνενές, πισωλούρης.
Σε oriental club τη στιγμή που ανεβαίνει «άντρας» στο τραπέζι για χορό:
- Ρε συ κοίτα πως κουνιέται τούτος δω.
- Δεν τον βλέπεις τον πισωκούμπουρο; Κουνάει την αχλαδιά κανονικά...
8 comments
Hank
Πλουσιότατο λήμμα. Δύο μου λείπουνε για την 400άρα. Έχεις καμία ιδέα για την ετυμολογία των άλλων όρων που αναφέρεις στα συνώνυμα;
Vrastaman
Εξαιρετικό ντεμπούτο, μπράβο!
Vrastaman
Και το κουνενές δεν έχει καταχωρηθεί με την έννοια του γλέντη!
knasos
Γι' αυτό σας μη με πείτε ποτέ σας κουτεντέ, γιατί έχω τις γνώσεις του Τσελεμεντέ.
kondr
ετοιμάζω το πισωλούρης τώρα...
xalikoutis
πολύ τίμιο, σπεκ...
GATZMAN
Ωραίοος
Fotis Nitsiopoulos
πισωγλέντης