Είναι αυτός που έχει πιεί τα άντερά του και δεν μπορει ούτε μια λέξη να αρθρώσει. Είναι επίσης αυτός που έχει ξαπλώσει ανάσκελα και υποχρεώνει την υπόλοιπη παρέα να τον σηκώσει.

- Χθες πήγαμε στο Ακρωτήρι και η Έυη είχε χωρίσει πριν με τον Δημήτρη και έγινε σκώθηκ από το ποτό...
- Έλα ρε συ! Και ποιος την πήρε στο αμάξι του;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Vrastaman

Γιατρέ μου, είναι δική σου λεξιπλασία ή κυκλοφορεί;

#2
Galadriel

Κυκλοφορεί και σε nickname. Βάσει του ορισμού ή ο χρήστης σκώθηκ ανεβάζει ορισμούς λιάρδα, ή ο χρήστης σκώθηκ ανεβάζει ορισμούς ανάσκελα. Ενδιαφέρον.

#3
Hank

Τώρα και με γεύση φράουλας!

#4
dryhammer

Αυτό δεν είναι το αντίθετο του Schweppes ;;