1. Στο άθλημα της υδατοσφαίρισης (water polo), φουνταριστός είναι ο κατεξοχήν επιθετικός παίχτης, ο πλέον προωθημένος. Δουλειά του είναι να βάζει τη μπάλα στο πλεχτό, κάτι που θεωρητικά ξέρει καλύτερα από κάθε άλλο συμπαίκτη του. Για να το πετύχει αυτό είναι μονίμως «αγκυροβολημένος» μπροστά στο αντίπαλο τέρμα (goalpost) περιμένοντας την κατάλληλη πάσα από κάποιον περιφερειακό.

    Η θέση του φουνταριστού είναι η πλέον εκτεθειμένη, κάτι σαν να βρίσκεσαι στο λάκκο με τα κωλοδάχτυλα. Διότι, αν και το πόλο είναι γενικά «αντρικό» και σκληρό παιχνίδι, το ξύλο που τρώει ειδικά ο φουνταριστός δεν περιγράφεται. Δέχεται πολλά «βρόμικα» χτυπήματα (κάτω από το νερό) που ο διαιτητής δεν σφυράει διότι α) πολύ απλά δεν τα βλέπει, β) το ξύλο είναι αναπόσπαστο μέρος του αθλήματος.

    Εννοείται πως μόλις ο φουνταριστός πάρει πάσα, έχει στη διάθεσή του ελάχιστα κλάσματα του δευτερολέπτου να κινηθεί και να σκοράρει, πριν πέσουν πάνω του οι αντίπαλοι αμυντικοί και γίνει της Κορέας...

  2. Στο πόλο ο όρος είναι πλήρως καθιερωμένος, χρησιμοποιείται όμως και σε άλλα αθλήματα, όπως το ποδόσφαιρο. Και πάλι, φουνταριστός είναι εν προκειμένω ο βασικός επιθετικός της ομάδας, ο γκολτζής απ' τον οποίο όλοι περιμένουν το θαύμα.

    Λέγεται και κυνηγός, επειδή κυνηγάει α) πάσες συμπαικτών του, που προσπαθούν να τον «βγάλουν» σε θέση για γκολ, β) το ίδιο το γκολ.

    Λέγεται επίσης και εννιάρι. Αυτό το νούμερο φόραγαν παλιά στη φανέλα οι βασικοί κυνηγοί μιας ομάδας, ενώ έγινε μέχρι και ταινία βασισμένη σε ομώνυμο μυθιστόρημα του Μ. Κουμανταρέα. Τώρα βέβαια έχουν αλλάξει τα πράγματα: ο βασικός γκολτζής μπορεί να φοράει φανέλα με ότι νούμερο του καυλώσει, π.χ. 79 ή 00 και άλλα άκυρα...

  3. Στο τάβλι. Στην παραλλαγή του πλακωτού, φουνταριστός είναι το πούλι εκείνο που ο παίχτης «προωθεί» ριψοκίνδυνα, χωρίς κάλυψη, με σκοπό να πλακώσει / χτυπήσει πούλι του αντιπάλου σε ευαίσθητη θέση, δλδ κοντά στη μάνα / μαμά (ει δυνατόν και την ίδια τη μαμά, οπότε η σεμνή τελετή περατούται πάραυτα). Γι' αυτόν που γουστάρει να παίζει με αυτόν τον τρόπο, λέμε ότι την έχει δει καμπόης, το δε παιχνίδι τρέπεται εις καουμπόικο.

    Ο φουνταριστός του ταβλιού λέγεται και κυνηγός (όπως ο ποδοσφαιρικός φουνταριστός), λέγεται όμως και μπάτσος (που ψάχνει να «συλλάβει» κάποιο αντίπαλο πούλι). Τέλος, οι ναυτικοί μας χρησιμοποιούν τον όρο βατσιμάνης (από το watchman), θέλοντας να περιγράψουν αυτό ακριβώς το πούλι που βγήκε από το μαντρί «για να κόψει κίνηση».

  1. Ο προπονητής του ΝΟΛ, Νίκος Βλαζάκης, θέλει τον φουνταριστό του παίκτη να είναι πραγματικό «θηρίο». Να είναι δηλαδή πάνω από δύο μέτρα και με μεγάλη δύναμη στις φάσεις.
    Από εδώ.

  2. Ροντρίγκο, ο πράσινος φουνταριστός έρχεται! Ένας παγκόσμιος πρωταθλητής έκλεισε στον ΠΑΟ!
    Από εδώ.

  3. Μπα, τι βλέπω αγορίνα μου, βγάλαμε και μπάτσο να μας φυλάει; Ακόμα δε βγήκες απ' τ' αυγό σου, μας θες και καουμποϊλίκια; Εμένα που με βλέπεις έχω κάνει στη θάλασσα, και κάτι τέτοιους βατσιμάνηδες τους τρώω για πρωινό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Khan

Οποίος λεξιλογικός πλούτος! ιδίως η παράγραφος για το πλακωτό με συγκίνησε τα μάλα!

#2
HODJAS

παρφέ!

#3
HODJAS

Α! Στο τάβλι, αυτός που παίζει φουνταριστός/άστε-ντούα, λέμε κάνει το παιχνίδι πουτσαρομπούλουκο (πουτσαρά-μπουλούκ) ή ροντέο ή έχει τα πούλια του στη βίζιτα (ανοιχτά).

#4
johnblack

Πολύ καλόστ! Τα δύο τελευταία πρέπει νομίζω να ανέβουν (αν και το ροντέο μάλλον καλύπτεται από το καμπόηκο). Αφου γουστάρεις ταβλαδόρικα, ρίξε και στους τούρκους ένα βλέφαρο..

#5
HODJAS

Τσ' ασήμωσα τσι τούρκοι!
Μάλλον έχουμε πολλά να πούμε, ευκαιρίας δοθείσης (!)
Βλ. και ντορτσάρ (περσικά)=ντόρτια, στην Τσιφόρειο ιστορία «τάβλι περσικόν» (Παιδιά της πιάτσας).

#6
johnblack

merci, merci... Τσιφόρα δεν έχω διαβάσει ποτές, έχω μια προκατάλα - μάλλον χαζή - με τον τύπο...

Μορεόβερ: επειδής στα του ναυτικού είσαι μάστορας και κάστορας, θέλω οπωσκαιδήποτε γνώμη σου εδώ.

Κι αν είσαι και καυλοτίμονος, όπως δλδ σε κόβω να είσαι, δες την κωλοπαντιέρα!

#7
HODJAS

Ετσέκαρα κι ασήμωσά σε. Ο Τσιφόρος πρέπει να διαβασθεί σε τρυφερή ηλικία, για να μπείς στο νόημα. Μετά είναι εκπρόθεσμος (σαν το Βενέζη, Λουντέμη κ.α.)
Μόνο κάνας Μονσελλάς κλαίει μετά τα 25, με τα κακοπαθήματα του Μέλιου...
Ο Τσιφόρος, έχει αρκετά αληθοφανείς ιστορίες και ψιλοσωστό σλάνγκ, αλλά έχεις δίκιο να μαζεύεσαι:
Είναι συντηρητικός, κάνει ηθικές αποτιμήσεις, είναι φολκλορίστας και δεν έχει ζήσει τα πράγματα απο τα μέσα όπως ο Πετρόπουλος ή ο Πικρός (κάνανε γκιζ-ντάνι).
Νομίζω οτι ο βαθύτερα εύστοχος στην αργκό είναι ο - παραγκωνισμένος για χρόνια - Πικρός, αν και μάπα σε στύλ γραφής (π.χ. στρατευμένος, ηθικολόγος κλπ), καταγράφει με τη μέγιστη ακρίβεια τον υπόκοσμο, ενώ ο μέγιστος Πετρόπουλος κάνει παρά ταύτα κάποια λαθάκια, απο απροσεξία ή απο εμπάθεια...

#8
johnblack

Αυτή ακριβώς την αίσθηση είχα και με επιβεβαιώνεις. Τώρα αν σου πω, οτι ούτε τους άλλους δύο έχω διαβάσει ποτέ, εκτός από κάτι λαθραία ξεφυλλίσματα; Το μόνο αργκοτικό λεξικό που διαθέτω είναι το Λεξικό της Ντάγκλας των Χρηστάκη-Επάρατου. Δεν στο παίζω ιστορία τώρα, ούτε θεωρώ πως δεν είναι έλλειψη να μην τα έχει διαβάσει κάποιος, απλά προσπαθώ να μένω ανεπηρέαστος και να καταχωρώ μόνο οτι έχω ακούσει προσωπικά ο ίδιος.

#9
HODJAS

Και του Καπετανάκη το λεξικό μάπα είναι. Όλο λάθη. Χρηστάκη εννοείς το Λεωνίδα;

#10
johnblack

γιεπ

#11
electron

λήμμα αράχνη, 0

#12
pvnrt

Η λέξη βατσιμάνης παίρνει παραπάνω εξήγηση...

#13
johnblack

μπι μάι γκεστ

#14
vikar

Με την ταβλαδόρικη σημασία το ξέρω χωροφύλακας.

#15
jesus

σε παιχνίδι που κάποιος παίζει με φουνταριστο έχω ακούσει την ατάκα «ροντέο θα το κάνουμε;» με την έννοια ότι αναγκάζεις τον άλλον, αν δε φέρει καλή ζαριά, ή να μείνει ακάλυπτος ή να κάνει κ αυτός το ίδιο, οπότε το παιχνίδι γίνεται συχνά πουτάνα.

#16
Khan

#17
jesus

να θυμηθώ να βουτάω τη γλώσσα στο σερτς άλλη φορά.