Ἐπίμηκες ἀντικείμενο, καρφί, κυρίως ὅμως καβλί.

Ἐτυμολογεῖται ἀπὸ τὴν τουρκικὴ λέξι çivi, ποὺ σημαίνει καρφί, ἐπίμηκες ἀντικείμενο, κυρίως μυτερό.

(Ὁ Δ/κτης ἔχει ρίξει φυλακὴ στὸν Καραμῆτρο)
- Μαλάκα, ἀφοῦ ἐσύ ἔφταιγες, γιατί δὲν τὸ εἶπες;
- Γιὰ νὰ φάῃ τὸ τσιβὶ ἄλλος ρὲ μαλάκα!

Το παραδοσιακό... (από joe909, 03/08/11)...και το αμερικλάνικο. (από joe909, 03/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
aias.ath

Καὶ μὴν πῇ κανεὶς καμμιὰ σλαγκαρχιδιά, ὅτι τὸ καβλὶ γράφεται μὲ υ· ἡ γραφὴ μὲ β ἐννοεῖται ὡς σλαγκισμένη μορφὴ τῆς λέξεως, ποὺ κάνει τὸ παραδοσιακὸ καυλὶ νὰ μοιάζῃ κάπως σὰν μακρόστενο καρότο ἢ κάτι τέτοιο, καὶ τὸ προεκτείνει καὶ στὸν παράγωγο τῦπο «καβλιτζάκι» καὶ «καβλιτζέρι», τὸν ὁποῖον θεωρῶ ὑβρίδιο μὲ τὴ λέξι «ματζαφλάρι / καβλιτζέκι» (στὸν ὑπερθετικό: ματζαφλάρα).

#2
electron

μ' αρέσει να ακολουθεί τον ορισμό, τσαμπουκαλεμένο επεξηγηματικό σχόλιο από συγγραφέα... Δίνει άλλο αέρα...μεταμοντέρνο, που θα λεγε και ο ακατανόμαστος

#3
ο αυτοκτονημενος

αξιολατρευτος ο ορισμος θεσαλονικιοτηκος

#4
Vrastaman

Είναι καλιαρντό, ή χρησιμοποιείται ευρύτερα;

#5
iron

και συ μελετάς αίαντα σήμερα βράστα;

#6
Vrastaman

Χεχεχε!

#7
Επισκέπτης

Είναι καλιαρντό, ή χρησιμοποιείται ευρύτερα; Vrastaman

Εἶναι νακαλιαρντὸ (δηλ. νάκα καλιαρντό).
Οἱ συνηθέστερες χρήσεις εἶναι στὸ στρατὸ (σὲ σχέσι μὲ ἀγγαρεῖες καὶ ποινές), καὶ σὲ σχέσι μὲ τὸ μακρὺ εἰσπρακτικὸ χέρι τοῦ κράτους (ἐφορεία) καὶ ἄλλων «παρακρατικῶν ὀργανώσεων» (ΙΚΑ, ΤΕΒΕ κλπ).

Καὶ μή δῶ σλαγκαρχιδιὲς γιὰ τὴν ἐφορεία...

(Ὄπως εἴδατε, ἀσκῶ προληπτικὴ σλαγκαρχιδία... Ὅμως ἐσεῖς φταῖτε, ποὺ μοῦ βάλατε προχθὲς τὴν ἰδέα γιὰ προληπτικὴ λογοκρισία χα, χα)

#8
joe909

Στα σχολικά μου χρόνια στα 70ζ έχω αυτή τη λέξη άρρηκτα συνδεμένη με την παραδοσιακή ενδεικτική του γαμησιού χειρονομία, την παλινδρομική κίνηση δις της χειρός με τον μέσο κεκαμμένο προς τα έσω. Η οποία μεταγενέστερα παραμερίστηκε πλήρως από την πασίγνωστη πλέον αμερικανική, με το χέρι ενωμένο σε γροθιά πλην του μέσου που προεξέχει ευθυτενής.