Ήταν σφιγμένο και δεν επέτρεπε μετακινήσεις, αλλά τώρα λασκάρισε, ξέσφιξε και είναι ένα βήμα πριν το ξεβίδωμα: λασκάρισε η βίδα του σημάνει ότι τρελάθηκε η, αλλιώς, του έστριψε.

Και μου ήρθε, τέλη κυκλοφορίας φίλε μου, 1.821 ευρώπουλα! Τι να κάνω ο άνθρωπος, με τιμωρούν που δεν έχω χρήματα να πάρω καινούργιο, τους έχει λασκάρει στα οικονομικά επιτελεία και προσπαθούν να μας τα κλέψουν από όπου μπορούν. Αλλά δεν μου έστριψε να τα πλερώσω, θα αλλάξω κινητήρα από 2000 cc σε 1800 cc και θα πάρουν μόνο 351 ευρώπουλα οι ΗΛΙΘΙΟΙ που σταμάτησαν την απόσυρσή για να πληρώσει ο κοσμάκης τα αυξημένα τέλη κυκλοφορίας! Και αντί να δώσουν, θα πάρουν αλλά λογάριασαν χωρίς τον ξενοδόχο: οι παραδόσεις πινακίδων είναι πολλαπλασιασμένες αυτές τις μέρες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified