Προτροπή-ανταπάντηση προς όσους παραπονιούνται για το φόρτο εργασίας στη δουλειά τους.

Εννοείται ότι αυτό το παράπονο είναι πολύ κοινό στην Ελλάδα και πέρα από κοινό, είναι νορμάλ, είναι οκ, είναι νομιμοποιημένο, κατανοητό και συγγνωστό να παραπονιέται κανείς για το ότι η δουλειά από την οποία ζει έχει δουλειά.

Στην Ελλάδα η εργασία (πρώτα η χειρωνακτική, μετά κάθε εργασία ως εργασία) απαξιώθηκαν - δείτε προς εμφύλιο μεριά γιατί και ποιες αξίες ηττήθηκαν...). Ως γνωστόν στο σύγχρονο Ελλάντα είσαι μαλάκας αν δουλεύεις και δεν τρως από τα έτοιμα ή/και από τον κόπο του άλλου. Την ίδια στιγμή, βέβαια, που οι Έλληνες μισθωτοί και μεροκαματιάρηδες δουλεύουν τις περισσότερες ώρες στην ΕΕ και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο θλιβερό. Τα δυο αυτά – απαξίωση εργασίας / διαχρονικά μαζική παραγωγή κουτοπόνηρων ταξικά ασυνείδητων σκλάβων - σίγουρα συνδέονται, ακόμα κι αν ισχύει ο Νόμος του Πάρκινσον.

Από την άλλη υπάρχουν και αυτοί που τα ξύνουν, κυρίως όσοι έχουν σχετικά καλές θέσεις στο δημόσιο φορέβα, οι οποίοι προκειμένου να μην καταλάβει κανείς ότι η δουλειά τους είναι το μάλλον ή ήττον ξύσιμο συνεχές, και χωρίς ενοχές και για να αποσοβήσουν κάθε προσπάθεια άρσης αυτού του καθεστώτος, παραπονιούνται διαρκώς. Τα πρωτεία σε αυτήν την ψυχοκοινωνική στρατηγική (ε)αυτοπροστασίας έχουν μεν οι μονιμάτζες του δημοσίου αλλά πολύ κλάψα πέφτει και στα παραδοσιακώς κατοχυρωμένα ελεύθερα επαγγέλματα - εδώ ακόμα και εργοδότες παραπονιούνται. Μολονότι, λοιπόν, πολλοί βρίσκουν την εργασία τους απάλευτη, και ορθώς , εκσεσημασμένη μίρλα παρατηρείται στις περιπτώσεις εκείνους που την έχουν σχετικώς ή απολύτως καλύτερα - ή έστω εκεί γίνεται προκλητικό. Άλλωστε, το να παραπονιέσαι – όπως και το να προσβάλλεσαι ή απλά το να θυμάσαι – είναι ένα δικαιώμα, το οποίο – όπως όλα τα δικαιώματα – το απολαμβάνουν μειοψηφίες.

Για όποιον, λοιπόν, παραπονιέται για την εργασία του υπάρχει πάντα η οικοδομή. Γιατί, όμως, η οικοδομή ειδικά; Η οικοδομή ήταν και είναι ένας κλάδος εργασίας βαρύς, σκληρός και άτεγκτος, αλλά και ένας κλάδος στον οποίο υπήρχαν μεροκάματα για όποιον έψαχνε, ειδικά σε περιόδους μαζικής ανοικοδόμησης – που γενικά η Ελλάδα έχει περάσει κάμποσες. Επιπλέον, η αναπαράσταση του κλάδου ως δεξαμενής ευκαιριακής και γενικά διαθέσιμης εργασίας έχει τις ρίζες της στο γεγονός ότι μετεμφυαλικά και μετά από αγώνες, για να εργαστείς στην οικοδομή δεν ήταν απαραίτητο το Πιστοποιητικό Κοινωνικών Φρονημάτων (έτσι οι οικοδόμοι αναδείχθηκαν σε αιχμή των αγώνων της δεκαετίας του ’60). Τα ευκαιριακά μεροκάματα μαθητών, φοιτητών και εσωτερικών μεταναστών του χθες τα κάνουν οι μετανάστες του σήμερα (τα πάγια μεροκάματα σε περιόδους κρίσης είναι καβατζωμένα από τους ντόπιους). Αλλά για τους φύσει ή θέσει ανειδίκευτους, αν υπάρχει κάτι, η οικοδομή υπάρχει (και οι ελιές). Οπότε να το γιαπί, να και το πήδημα.

(Αντώνης - εκπαιδευτικός) - Δεν τα αντέχω τα μαλακισμένα, έχουν έρθει εξαγριωμένοι από το Πάσχα, τους μύρισε και καλοκαίρι, δεν την παλεύω ρε συ, κουράστηκα...
(Παναγιώτης - υπάλληλος στα everest) - Υπάρχει κι η οικοδομή Αντώνη μου...

(Κώστας - security σε πανεπιστημιακή σχολή) - Δεν είναι αυτό το τηλέφωνο του Γυμναστηρίου, μα τι σας έχει πιάσει και παίρνετε όλοι εδώ πέρα πρωινιάτικα...
- (Κώστας - φοιτητής ΤΕΙ Σουβλακοτυλιχτικής Αθηνών) - Μήπως ξέρετε το τηλεφ...
- Όχι ρε φίλε, δεν το ξέρω, να πάρεις στο τηλεφωνικό κέντρο να στο πούνε, την καταδίκη μου μέσα... - Νταξ ρε φίλε, υπάρχει κι η οικοδομή...

Ἐργαλεῖα γιὰ νὰ τὰ ξύνῃς. Ὑπάρχουν καὶ μεγαλύτερα (από aias.ath, 26/12/09)(από Khan, 27/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
allivegp

Ρισπέκ, καρασπέκ, κ.τ.λ.

Ανάμεσα στις διάφορες κάστες εργαζομένων στη χώρα των Ελ, ιδιαίτερα προνομιούχοι είναι οι εργαζόμενοι σε κλειστά επαγγέλματα όπως φαρμακοποιοί, συμβολαιογράφοι, ιδιοκτήτες φορτηγών Δ.Χ., προποτζήδες και ένα μάτσο άλλοι.

Όλοι αυτοί κονομάνε της Παναγιάς τα μάτια, και μάλιστα μέσα σε ένα προστατευμένο-εγγυημένο περιβάλλον που τυγχάνει προστασίας από το κρατικό νταβατζηλίκι. Μάλιστα, το εξωφρενικό είναι ότι π.χ. η άδεια ίδρυσης φαρμακείου αντί να ανήγκει στο Κράτος, αποτελεί περιουσιακό στοιχείο του ...φαρμακοποιού (!), που είναι ελέυθερος να τη διαπραγματευτεί και μοσχοπουλήσει μετά τη συνταξιοδότηση του σε όποιον γουστάρει. Για φαρμακεία-φιλέτα, μια τέτοια άδεια πιάνει στη μαύρη μέχρι και 500 χιλιάρικα, μαύρα φυσικά.

Και κάτι τελευταίο: Στις πολιτισμένες χώρες, ο θεράπων ιατρός καθορίζει τη διάρκεια μιας θεραπείας (π.χ. 6 μήνες), και ο ασφαλισμένος προμηθεύεται σε μηνιαία βάση τα φάρμακα από το φαρμακείο, χωρίς να χρειάζεται να ξαναεπισκεφτεί τον ιατρό. Στην Ελ, ο ασφαλισμένος πρέπει κάθε μήνα να επισκέπταεται και να δηλώνει τα σέβη του στον ιατρό, προκειμένου να παίρνει μήνα-μήνα συνταγή (και ο ιατρός να κόβει επίσκεψη, βεβαίως-βεβαίως). Αν αυτό δεν είναι νταβατζιλίκι και προκλητή ζήτηση υπηρεσιών, τότε τί είναι;

Χο, χο, χο που θά 'λεγε και ο Σάντα Κλάους.

#2
johnblack

Δεν θεωρώ το λήμμα βαθμολογητέο, ωστόσο μετά χαράς θα συμμετάσχω στην ενδιαφέρουσα συζήτηση.

στο σύγχρονο Ελλάντα είσαι μαλάκας αν δουλεύεις και δεν τρως από τα έτοιμα ή/και από τον κόπο του άλλου.

Δεν είναι ακριβώς έτσι. Η ηθική της εργασίας εξακολουθεί να διαπερνά απ' άκρου εις άκρον την ελληνική κοινωνία. Μια απόδειξη είναι οι slang εκφράσεις περιφρόνησης για τον άεργο: τεμπελχανάς, τεμπελχανείο, κουραδομηχανή, δουλεύει στου Ξαπλόπουλου, φαρδοκλάνει (δλδ μπορεί και κλάνει με άνεση και με τα πόδια ανοιχτά, χωρίς να προσπαθεί να κρυφτεί από κάποιον κλπ), ξυσαρχίδης, ξυστό, ψωλάρει, έχει της ψωλής του το χαβά και πολλά άλλα αλλά βαριέμαι να βάζω λινκς.

Για ποια όμως ακριβώς εργασία μιλάμε, αν δεχθούμε οτι το να κάθεσαι σπιτάκι σου και να ζεις π.χ. από ενοίκια είναι επονείδιστο και αιτία χλευασμού; Το ιδανικό για τον έλληνα είναι να έχει κάποια εργασία, δλδ να προσφέρει τυπικά έστω κάποιες υπηρεσίες στο κοινωνικό σύνολο και να μην είναι παράσιτο, όμως η εργασία αυτή να μην είναι κοπιαστική και εξαντλητική. Ας μην ξεχνάμε πως για το Μαρξ, εργασία είναι πάντα η σωματική εργασία, που απομυζά τη ζωτική ενέργεια του εργάτη, του ρουφά κυριολεκτικά το σφρίγος και την ικμάδα του σώματός του. Η μαρξική αλλοτρίωση αναφέρεται σε αυτήν ακριβώς την εργασία-σκλαβιά.

Ο έλληνας θέλει βασικά να εργάζεται, ντρέπεται να λέει πως απλά κάθεται σπίτι του, ακόμα κι αν έχει τη δυνατότητα αυτή. Θέλει βασικά μια δουλειά γραφείου, όπου να μην κάνει πολλά πράγματα και να μην καταπονείται, η οποία όμως δουλειά θα του δίνει την ψευδαίσθηση της προσφοράς στο σύνολο, καθώς και το ανάλογο κοινωνικό κύρος που συνεπάγεται η προσφορά αυτή.

Πώς αλλιώς να εξηγήσουμε το - κατ' εμέ ανεξήγητο - φαινόμενο παιδιών από πολύ πλούσιες οικογένειες, που με το που τελειώνουν το σχολείο χώνονται με τη μία full time στις οικογενειακές επιχειρήσεις ή και επιχειρούν να ξεκινήσουν κάτι νέο δικό τους;

Ένας ανθρωπάκος που απλά θέλει να σπουδάζει μέχρι τα 30-35 του χωρίς να εργάζεται, έχοντας μια σχετική οικονομική άνεση (όχι τπτ φοβερά πράγματα δλδ) βρίσκεται εν μέσω διπλών πυρών:

αφενός τα «λαϊκά» παιδιά, που και καλά «έχουν μπει απ' τα 13 στο μεροκάματο» και «έχουν μάθει πως βγαίνει το ψωμί», τον κατηγορούν ως φλώρο και κακομαθημένο και βουτυρομπεμπέ κλπ

αφεδύο οι νεοφιλελεύθεροι - νεοσυντηρητικοί (νταξ απλουστεύω κάπως βάναυσα τώρα αλλά τεσπά) που θέλουν εδώ και τώρα να βγάλουν λεφτά, πολλά, πάρα πολλά λεφτά, να κατακτήσουν τον κόσμο, να υποτάξουν και να εργαλειοποιήσουν τη φύση και την κοινωνία, να πετύχουν την ταύτιση της ουσίας με την ενέργεια, δέσμιοι ενός ακραίου θετικισμού / φονξιοναλισμού / μπιχεβιορισμού / οπερασιοναλισμού (για να το θέσουμε ολίγον μαρκουζιανά). Χλευάζουν τη θεωρία, τη σκέψη, την αφαίρεση. Εξορκίζουν την αργία και τη μοναξιά (μόνες συνθήκες υπό τις οποίες ο άνθρωπας πραγματικά σκέπτεται).

#3
knasos

Δηλαδή, χωρίς άλλες five dollar words και αρκετά πρωτογονα αν θες, λες ακριβώς αυτό που λέει κι ο χαλικουτης απλά προσθετεις την έμφυτη «ανάγκη» του ανθρώπου για πράξη που ικανοποιείται από μια μορφή εργασίας «στα μέτρα του»;

#4
johnblack

Εσύ αγορίνα μου αυτό κατάλαβες; Εγώ απλά ανοίγω μια κτγμ ενδιαφέρουσα συζήτηση, δεν αντιπαρατίθεμαι σε κανέναν. Κι αν έχεις άγνωστες λέξεις, λυπάμαι αλλά δεν προτίθεμαι να αλλάξω το στυλ μου γι' αυτό. Καλές γιορτές!

#5
knasos

Να με συμπαθας καμία τέτοια πρόθεση δεν έχω! Απλώς δηλώνω, όπως και φάνηκε από την παρανόηση των λεγόμενών σου από μέρους μου, ότι ίσως να μην κατάλαβα καλά αυτά που λες, πάρτο σαν μια μουλωχτή δικαιολογία.

Αλλά όταν λες

Το ιδανικό για τον έλληνα είναι να έχει κάποια εργασία, δλδ να προσφέρει τυπικά έστω κάποιες υπηρεσίες στο κοινωνικό σύνολο και να μην είναι παράσιτο, όμως η εργασία αυτή να μην είναι κοπιαστική και εξαντλητική. johnblack

Κάτι τέτοιο δεν εννοείς;

#6
xalikoutis

@ alive. Το κληρονομικό στα φαρμακείο είναι σκανδαλώδες γιατί υποχρεώνει πολλούς νέους φαρμακοποιούς να δουλεύουν υπό καθεστώς μισθωτού αν και έχουν τα ίδια τυπικά προσόντα με τους κληρονόμους συναδέλφους τους. Από την άλλη αν ανοίξει η αγορά έχεις τις αλυσίδες και τα φαρμακευτικά υπερμάρκετ. Και οι δύο καταστάσεις έχουν θύματα – προλεταριοποιούν κόσμο.

@ johny: Το λήμμα το έχω ακούσει ως στερεότυπη έκφραση, όπως π.χ. το κλέφτες θα γίνουν; και άλλα τέτοια... Τώρα καθείς με τους βαθμούς ελευθερίας του, για μένα πάντως δεν ετέθη θέμα.

Για τα υπόλοιπα εννοείται απλουστεύω κι εγώ και μιλάω ιδεοτυπικά. Το περίεργο με την Ελλάδα είναι ότι η ηθική της εργασίας (πτωχός πλην τίμιος οικοδόμος) συμβαδίζει με τη γενικευμένη απαξίωση της εργασίας (μόνο τα ρολόγια και τα κορόιδα), γι΄αυτό άλλωστε και η ατομική απαξίωση της εργασίας δε γίνεται κοινωνικά άρνηση της εργασίας – αυτά είναι δύσκολα πράματα σήμερα έτσι κι αλλιώς.

Ο «παρασιτισμός» είναι περίεργος όρος. Πάντως για να παίξω με τις έννοιές σου στην Ελλάδα όσοι τό ‘πιασαν ότι ζουν εκ των πραγμάτων και εδώ και δεκαετίες σε κοινωνία ενοχής, και όχι τιμής και ντροπής, απολαμβάνουν τον παρασιτισμό τους δουλεύοντας…τον κόσμο και την υπόλοιπη ελληνική κοινωνία – εννοώ από πολιτικούς, αυτοδημιούργητα λαμόγια, αλλά και τα λογής λογής β(λ)αμμένα παιδιά που ατομικά όσο και en masse συμμαχούν πολιτικά και κοινωνικά, ευκαιριακά κι άμα κάτσει μόνιμα, με την αστική τάξη – το διαχρονικό παράσιτο κανονικά και με το νόμο - και «μπουρδουκλώνουν» την ταξική σύνθεση. Μικροαστοί λέγονται. Ζορίζονται τελευταία.

Τα παραδείγματα περισσότερο ανακλούν τις πιέσεις που δημιουργούνται λόγω των παραπάνω στις χαμηλές εργασιακό-κοινωνικές βαθμίδες, όπου εκστομίζεται η έκφρασή (η οποία, βέβαια, εμπεριέχει όλο τον ταξικο/κοινωνικό υποκειμενισμό που περιγράφω - και μιας και χρησιμοποίησα στο παράδειγμα εκπαιδευτικό να κάτι σχετικό και πρόσφατο που διάβασα).

Η παρατήρησή σου για τον ανθρωπάκο είναι πολύ σωστή, απλά θεωρώ πως αυτό είναι το ψυχολογικό τίμημα της σχετικής κοινωνικής ανόδου ή έστω επίπλευσης. Το αποδέχεσαι (-ομαι, - όμαστε), αλλιώς υπάρχει κι η οικοδομή!.

Για το Μαρξ (αναπόφευκτα) μαρξολόγος δεν είμαι αλλά συμφωνώ, ως εργασία νομίζω θεωρεί αδιαχώριστη την μυική + διανοητική (=σωματική) προσπάθεια του εργαζομένου και ως αλλοτρίωση την κλοπή αυτής κατά τη διαδικασία της μίσθωσής της.

Εξορκίζουν την αργία και τη μοναξιά (μόνες συνθήκες υπό τις οποίες ο άνθρωπας πραγματικά σκέπτεται. .
Ξέχασες να πεις για την καταθλιπτική θέση ;-)

@ κνάσος: τι άκουσες πάλι.

#7
aias.ath

Ὁ προκείμενος χαλικούτειος ὁρισμὸς «ἔγραψε», διότι μὲ πολὺ ὡραῖο τρόπο ἐξέφρασε ἕνα κυρίαρχο φαινόμαινο τῆς μεταπολιτευτικῆς Ἑλλάδος (ὄχι ὅτι παλαιότερα δὲν ὑπῆρχε, ἦταν ὅμως περιθωριακό). Τὸ σημαντικότερο σημεῖο τῆς παρουσιάσεως εἶναι κτγμ αὐτὸ ποὺ διαπιστώνει τὴ μεταλλαγὴ τῶν ἀξιῶν (θὰ προσέθετα καὶ τῶν ἐννοιῶν, φίλε Χαλικού, μὲ τὴ μέθοδο τῆς διολισθήσεως τῆς ἐννοίας).

Κάθε νόμισμα ὅμως ἔχει καὶ δεύτερη ὄψι. Ἐν προκειμένῳ πρόκειται γι’ αὐτὴν ποὺ παρουσιάζει ὁ φίλος Μαυρόγιαννος. Αὐτὸ εἶναι ὅμως ἕνα ἄλλο φαινόμενο, ποὺ συνυπάρχει μὲ τὸ πρῶτο, καὶ αὐτὰ τὰ δύο δὲν εἶναι ἀμοιβαίως ἀποκλειόμενα. Ἔχετε ὅλοι φαντάζομαι ἀκούσει τὴν ἔκφρασι «ἡ ἄλλη Ἑλλάδα» (ἡ Ελλάδα τοῦ μόχθου, τῆς ἐργασίας, τῆς δημιουργίας, τῆς προόδου, σὲ ἀντίθεσι μὲ τὴν Ἑλλάδα τῶν βολεψάκηδων, τῆς ἤσσονος προσπαθείας, τοῦ μέσου, τῆς ἐξασφαλίσεως στὸ Δημόσιο, τῶν off-shore ἑταιρειῶν καὶ τῶν σκανδάλων). Ἡ μόνη διάστασις ἀπόψεων ποὺ χωρεῖ ἐδῶ, κατὰ τὴν ἄποψί μου, εἶναι ποιό κυριαρχεῖ καὶ ποιό ἕπεται.

Ἂν ἀξίζῃ τίποτις ἡ γνώμη μου, λέω ὅτι κυριαρχεῖ τὸ φαινόμενο Χαλικού καὶ ἕπεται τὸ φαινόμενο Μαυρογιάννου. Ὁ λόγος: Τὰ πράγματα στραβώνουν, ὅπως λέει ὁ Χαλικού, μὲ τὸ τέλος τοῦ ΙΙ ΠΠ. Ὅμως τὸ βαθὺ αἴτιο εὑρίσκεται στὴν ἦττα τῆς ἐθνικῆς ἀστικῆς τάξεως ἀπὸ τὴν μεταπραττικὴ τοιαύτη (ὁρόσημο ἡ δολοφονία τοῦ Καποδιστρίου). Μὲ τὴ μεταπολίτευσι τὰ πράγματα μπαίνουν στὴν ὁδὸ τῆς μή ἀναστρεψίμου φθορᾶς. Ἐν βραχυτάτῃ περιλήψει, ὡς κοινωνία εἴχαμε «ἀποφασίσει» νὰ λύσουμε τὸ κοινωνικό μας πρόβλημα μὲ τὴν εἰκονικὴ συγκράτησι τῆς ἀνεργίας, ὑπερτρέφοντας τὸ Δημόσιο. Ἄλλες χῶρες δὲν τὸ ἔκαναν ἔτσι, καὶ τὸ πλήρωσαν μὲ πρώϊμη διάσπασι τῆς κοινωνικῆς συνοχῆς (κοινωνίες τῶν 2/3). Μᾶς διέφυγε ὅμως τὸ μέτρον. Μὲ τὸ σύστημα τῆς πολιτικῆς πατρωνίας, βαθέως ἐρριζωμένο ἀπὸ τὰ μετακαποδιστριακὰ χρόνια, κάναμε τὸ πρᾶγμα τόσο ἀντιπαραγωγικό, ποὺ τὸ ὑπερπροϊὸν τῶν ἐργαζομένων δὲν ἔφτανε γιὰ νὰ ἀναδιανεμηθῇ στοὺς «κοινωνικὰ προστατευομένους» (ἐφ’ ὅσον κι οἱ ἐργαζόμενοι δὲν ἤτανε τελείως μαλάκες, συνεπῶς ἔκρυβαν ἀπ’ τὸν ἔφορο, ποὺ μετωνομάσθηκε προσφυῶς σὲ φορομπήχτη), κι ἔτσι οἱ ψηφοθηροῦσες μεταπολιτευτικὲς κυβερνήσεις μας ἄρχισαν νὰ μᾶς χρεώνουν στοὺς διεθνεῖς τσιφούτηδες. Ἐφ’ ὅσον μάλιστα κανεὶς δὲν παρουσίαζε τὰ προβλήματα, τοὺς κινδύνους καὶ τὶς ἐνδεχόμενες λύσεις, οἱ πιὸ «ξύπνιοι» τὴν εἶδαν ΔΗΜΟΣΙΟ, καὶ μάλιστα μὲ ἰδεολογία καὶ πολλὰ ἐπιχειρήματα κατὰ τῆς «ἐντατικοποίησης» τῆς δουλειᾶς στὸ δημόσιο (ἂν εἶναι δυνατόν). Μάλιστα στὰ φοιτητικά μου χρόνια εἴχαμε καὶ «πάλη ἐνάντια στὴν ἐντατικοποίησι τῶν σπουδῶν», μὲ κύριο ἐπιχείρημα «νὰ μπορῇ ὁ φοιτητὴς νὰ στοχάζεται λεύτερα τὰ κοινωνικὰ προβλήματα». Ἔτσι γαλουχήθηκε ἡ μεταπολιτευτικὴ Ἑλλάς. Συντρεχουσῶν καὶ ἄλλων, διεθνῶν συνθηκῶν, γίναμε μιὰ χώρα παροχῆς ὑπηρεσιῶν (ἀπὸ τὸν ἕνα στὸν ἄλλον κυρίως) καὶ δημοσίων ὑπαλλήλων. Μὲ τοὺς τελευταίους φαίνεται νὰ ἰσχύῃ τὸ «κάνουν ὅτι ἐργάζονται καὶ τὸ κράτος κάνει ὅτι τοὺς πληρώνει». Καὶ φτάσαμε τώρα στὸν κόμπο, ὅπου τὸ κράτος θέλει νὰ ἐπιβαρύνῃ ἀκόμη περισσότερο τὴν ὅποια παραγωγὴ πλούτου ὑπὲρ τῶν μή παραγωγῶν, ἐνισχύοντας ἀκόμη περισσότερο τὸ φαινόμενο ποὺ περιέγραψε ὁ Χαλικού.

Ἀκόμη μιὰ φορὰ τὰ σέβη μου καὶ πρὸς τὶς δύο ἐκφρασθεῖσες ἀπόψεις. Γιὰ λόγους ἰσορροπίας λημμάτων προτείνω στὸν Μαυρόγιαννο νὰ ἀνεβάσῃ τὸ λῆμμα «ἡ ἄλλη Ἑλλάδα», μὲ περιεχόμενο τὸ σχόλιό του.

#8
johnblack

Λοιπόν.

Η ατομική απαξίωση της εργασίας δεν μεταφράζεται σε κοινωνική (δλδ γενικευμένη) άρνηση της εργασίας. παράφραση

Eντυπωσιακή τω όντι παρατήρηση. Ο κλασικός κοντόφθαλμος και ψευδεπίγραφος ατομικισμός του κωλοέλληνα, που θέλει μόνο αυτός να κάααθεται κι όλοι οι άλλοι να δουλεύουν σα βόδια, σιγά μη χολοσκάσει. Ο έλληνας υπαλληλάκος του ιδιωτικού τομέα (το δημόσιο ας μη το μπλέξουμε προς το παρόν) βρίζει και καταριέται κάθε πρωί το ξυπνητήρι και την τύχη του, όταν όμως εξαγγελθεί καμιά απεργιούλα, κάνει τον αλέκο. Τα ίδια ακριβώς ισχύουν στο θέμα στράτευση: όλοι βρίζουν τον κωλοστρατό, μιλούν για το τέλος της λογικής, τελικά όμως και παρουσιάζονται και υπηρετούν και λεν κι ένα τραγούδι. Οργανωμένο μαζικό κίνημα κατά του μεσαιωνικού αυτού θεσμού; Αχαχαχαχ όπως θα έκανε κι η Μες, για όνομα, στην ελλάδα είμαστε.

Θα επιμείνω ωστόσο στο οτι αυτή η εικόνα απαξίωσης της εργασίας αφορά κυρίως το παρελθόν, και συγκεκριμένα - αν και πάντα σχηματικά - την περίοδο ως τα τέλη της δεκαετίας του 80. Δεν είναι καθόλου τυχαίο κτγμ οτι τότε ακριβώς, ανάμεσα σ' όλα τα άλλα κοσμοϊστορικά (κατάρρευση υπαρκτού, Πόλεμος του Κόλπου) έχουμε και την πρώτη έκρηξη του Χρηματιστηρίου. Από το 90 και μετά, η ελλάδα έρχεται σε επαφή (με δεκαετή και βάλε καθυστέρηση) με τον θατσερικό και ρεηγκανικό νεοφιλελευθερισμό / νεοσυντηρητισμό, στη μητσοτάκειο τραγελαφική εκδοχή του.

Την ίδια ακριβώς περίοδο, αρχίζει η κατά κύματα πλέον εισροή μεταναστών από το Βοριά, τα φθηνά εργατικά χέρια που αναζωπύρωσαν την οικοδομή και όχι μόνο. Μετά τη στασιμότητα των οδγόντας (όπου χτίστηκαν ελάστιχες πολυκατοικίες σε σχέση με τις δεκαετίες της αντιπαροχής, 60 και 70) οι μπίζνες ξεκινούν εκ νέου, για να απογειωθούν αργότερα με το σημιτισμό και τη β' ιστορική έκρηξη του Χ.Α.Α.

Στο 90, τέλος, τοποθετούν αρκετοί (μτξ των οποίων κι εγώ) το περίφημο τέλος της μεταπολίτευσης, περιόδου που χαρακτηρίστηκε από κοινωνικούς αγώνες και κοινωνικές διεκδικήσεις, κυρίως όμως στιγματίστηκε στο πεδίο των νοοτροπιών και των ιδεολογιών από μεταφυσικά μορφώματα του τύπου «Λαός», «Ισότητα», «Κοινωνική Δικαιοσύνη» κλπ.

Όλες αυτές οι εξελίξεις (και πολλές άλλες) αναδιαμόρφωσαν το τοπίο των νοοτροπιών, αντιλήψεων και στάσεων απέναντι στην εργασία. Η εργασία περιεβλήθη εκ νέου με κάποια αίγλη. Διότι τώρα υπήρχαν οι ευκαιρίες, αν ήσουν λίγο μάγκας και καπάτσος, να κάνεις λεφτά. Και παλιότερα και πάντα υπήρχαν ευκαιρίες, εκεί όμως ήθελε απείρως μεγαλύτερα νεφρά για να τις δημιουργήσεις και να τις εκμεταλλευτείς.

Το 80 «έπινες την κοακόλα μισή-μισή με τη γκόμενα» κι ήσουν ευχαριστημένος (θεϊκή ατάκα από την υπέρτατη καλτ ταινία της δεκαετίας, «Φυλακές Ανηλίκων» του Ντίμη Δαδήρα). Σήμερα αυτό είναι γυφτιά. Αν δεν έχεις λεφτά για το ποτό σου, να κάτσεις σπίτι σου ή να πας να δουλέψεις ρε ρεμάλι.

Και για να καταλήξω: μέσα από την συγκεκριμένη οπτική που προσφέρω, πηγάζει κτγμ και η απάντηση στο γιατί οι έλληνες εργαζόμενοι - δημόσιοι, ιδιωτικοί, ελεύθεροι, οι πάντες - κλαίγονται και παραπονιούνται για το φόρτο. Είναι προφανές: ακριβώς δια της εκφράσεως παραπόνων, περνούν στους συνομιλητές τους, εμμέσως, το μήνυμα οτι αυτοί δουλεύουν, δεν τα ξύνουν σα μερικούς μερικούς που τα έχουν βρει έτοιμα και κοπροσκυλιάζουν. Ο έλληνας καυλώνει να παρουσιάζεται παντού και πάντα ως πολυάσχολος και περιζήτητος. Εξ ού και η λατρεία προς το κινητό του (που το έχει κάνει σκουλαρίκι, αυτός κι ο ιταλιάνος). Πιο απλά: κλαίγομαι για τη δουλειά μου σημαίνει έχω δουλειά, και μάλιστα έχω πολλή δουλειά, σε αντίθεση ενδεχομένως με σένα που στα λέω που έχεις του κώλου σου το χαβά. Κλαίγομαι σημαίνει βγάζω λεφτά, κονομάω, είμαι κάποιος, σε αντίθεση πάλι με σένα που ναι μεν κάθεσαι και φαρδοκλάνεις αλλά και βλέπεις τα θηλυκά με το κιάλι (γιατί αυτά πάνε στο πορτοφόλι). Για να μη στα πω λοιπόν χύμα που είσαι χαραμοφαγάς και τεμπέλης και σε γαμήσω ασάλιωτο, βάζω και λίγο δικό μου κλάψιμο και έτσι είναι σα να σε γαμάω με λιπαντικό (που κατά βάθος πονάει πιο πολύ).

@ αίας. Θενξ για τα καλά σου λόγια, μια μόνο δευτερεύουσα παρατήρηση περί πολιτικής πατρωνείας: πρόκειται περί κλασικού νεοελληνικού μύθου, ο οποίος τείνει να καταρριφθεί εσχάτως λόγω μειωμένης εξηγητικής αξίας. Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα δεν ήταν απλά πρακτορεία και δεν βασίζονταν αποκλειστικά στις περιβόητες πελατειακές σχέσεις. Είχαν εξαρχής (από την εποχή των τριών ξενικών κομμάτων, Αγγλικό - Γαλλικό - Ρωσικό) διακριτά ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Αυτό είναι το θέμα του μνημειώδους δίτομου έργου του Gunnar Herring, Τα Πολιτικά Κόμματα στην Ελλάδα, 1821-1936, από ΜΙΕΤ.

#9
xalikoutis

Το 80 «έπινες την κοακόλα μισή-μισή με τη γκόμενα» κι ήσουν ευχαριστημένος

Μια άλλη Αθηναϊκή έκφραση πρέπει ναι «τη βγάζεις με πασατέμπο στο Ζάππειο» .

Συμφωνώ με την περιοδολόγησή σου Τζόνυ και με την όλη ανάλυση και δεν πειράζει που με παράφρασες, αν και τις είχα ζυγισμένες τις λέξεις. Πάντως το «κοινωνικό φαινόμενο» (τα πάντα) δεν είναι ίδιο με την κοινωνική πράξη.

Η παρατήρησή σου για το εκσυγχρονισμένο κοινωνικό νόημα του «παραπονείσθαι» είναι πολύ σωστή και οξυδερκέστατη, απλά νομίζω ότι ειδικά στον δημόσιο τομέα (όπως τον περιγράφει και ο αίας) επιβιώνει - υπολειμματικά, αλλά λόγου μεγέθους του Δημοσίου, κοινωνικά αξιοσημείωτα - και ο στυγνός κυνισμός που απλά έχει ως στόχο τη διαιώνιση του ξύσιμου (ή «ξύσιμου»). Ο οποίος βέβαια μπολιάζεται με την κοινωνικοποίηση της σκατόψυχιάς- αν μου επιτρέπεις τον όρο - που περιγράφεις, αλλά - ιδεοτυπικά - είναι διακριτός.

Για τη ρίζα της ελληνικής malaise, υπάρχει ένας (μαρξίζων) κοινωνιολογικός νόμος που λέει ότι όταν πάνω σε ένα έθνος πρωτόγονης οικονομικής δομής (τζομπάνηδες) πας και βάλεις μια συγκριτικώς ανεπτυγμένη πολιτικοδιοικητική δομή (Βαυαροκρατία, Σύνταμα! και τα τοιαύτα), η δεύτερη θα απομυζά την πρώτη (κλαυθμώνοντας). Δεν τό' χω ψάξει όσο θά θελα αλλά νομίζω ότι αυτό προηγείται, εξηγητικώς ας πούμε, της επικρατήσεως της Εθνικής Αστικής Τάξεως (μπππρρρρ - και μόνο γι' αυτό δηλώνω, ξέρω 'γω, δημοτικιστής) ή της μεταπραττικής ή της «λούμπεν» ή...

ντάνκερ για τη συζήτηση (όχι για να την κλείσω).

Αία, σέβας του γιου του, οφ κορς.

#10
johnblack

Δίκιο έχεις, εννοείται πως η ψυχολογία αυτή που περιέγραψα αφορά κυρίως τον μη δημόσιο τομέα. Αυτό που μου 'ρχεται τώρα π.χ. στο μυαλό είναι κάτι δικηγοράντζες συμφοιτητές μου που πετυχαίνω στο δρόμο και συνεχώς τονίζουν πόσο πνιγμένοι είναι και πόσο λίγο ελεύθερο χρόνο έχουν και πως δουλεύουν 15 ώρες την ημέρα κλπ ενώ εσύ - λένε και καλά - έχεις γλιτώσει απ' αυτά τα βάσανα. Οκ χλιμίτζουρες, you made your point clear. Eίναι οι στιγμές που θυμάμαι το σύνθημα που 'χαν μονίμως γραμμένο οι ανάρχες στο σχολείο μου: μην κάνεις καριέρα, κάνε σαμποτάζ.

Πέρα όμως απ' τους καριερίστες, υπάρχει και η άλλη πλευρά του φεγγαριού, η «άλλη Ελλάδα» του μόχθου, του ιδρωμένου φανελακίου, του βάλε-κι-άλλο-πιάτο-στο-τραπέζι, της ξαρχάκειας φτωχολογιάς με τα ψηλά-κυπαρισσόπουλα-χαρά-στα-κοριτσόπουλα-πούχουν-κι-αγκαλιάζουν-τη φωτιά. Ο Αίας φαίνεται μάλλον να κλίνει το γόνυ με συμπάθεια προς αυτή την άλλη Ελλάδα, εγώ όμως δεν θα τον ακολουθήσω. Η πλέμπα μπορεί να είναι εξίσου σιχαμένη με τη μπουρζουαζία, ιδίως όταν οχυρώνεται πίσω από ηρωοποιητικά στερεότυπα, αυνανίζεται με την αυτοεικόνα της και ναρκισσεύεται προβάλλοντας τα τίμια μούσκουλά της. Η πλέμπα, που σπασμωδικά αναμασά κάποια κακοχωνεμένα μαρξιστικά τσιτάτα, είναι δύναμη συντηρητική και αντιδιανοητική. Συναντάται έτσι, θαυμαστώ τω τρόπω, με τους ομνύοντες στο θετικισμό / μπιχεβιορισμό / λειτουργισμό κλπ γιάπηδες και νεογιάπηδες, στην εχθρότητα απέναντι στη σκέψη, τη φιλοσοφία, το Άλλο, τη φαντασία.

#11
Επισκέπτης

@johnblack
Μᾶλλον δὲν κατάλαβες τὸ νόημα τῶν γραφομένων μου.

#12
jesus

@χαλικού που έθεσε κάπου το ερώτημα περί πνευματικής-χειρωνακτικής εργασίας στον μαρξ. αν κ δεν έχω διαβάσει σύγχρονο μαρξισμό κ οι παραπομπές στην ορίγκιναλ σκέψη του μαρξ είναι από μνήμης, πάρ' τα:
(εκ των υστέρων αυτό, το πήγα πολύ μακριά, αλλά δε μου πάει να το σβήσω)

για την αντίληψη του μαρξ για την εργασία, νομίζω ότι λόγω εποχής έδωσε το βάρος που έδωσε στην χειρωνακτική, καθώς τότε προλετάριος μή χειρώνακτας δεν υπήρχε. γενικά στην ανάλυσή του για την εργασία μιλάει για την ύπαρξη του προϊόντος της εργασίας ως παράσταση πριν την φυσική του ύπαρξη ως προϊόντος, κάτι που ενοποιεί την εργασία, οπότε η διάκρισή του μπορεί να θεωρηθεί ως αντ χοκ κ ως μη θεμελιώδης για την θεωρία του.
στον μοντέρνο καπιταλισμό, εάν θέλει κανείς να μιλήσει για σοβαρό προλεταριάτο στον ανεπτυγμένο καπιταλιστικά κόσμο θα πρέπει να αναθεωρήσει τις έννοιες διευρύνοντάς τες, και να συμπεριλάβει και επαγγέλματα άλλοτε έως και μεγαλοαστού, πχ μηχανικοί. η ιδέα μου για το τι σημαίνει προλεταριάτο προέρχεται από τον τρόπο υπολογισμού, κατά μαρξ, του μισθού εργασίας, της «αμοιβής». ο μισθός του προλεταρίου συνυπολογίζεται στην αύξηση της αξίας του παραγώμενου προϊόντος με την φόρμουλα κ = σ + μ + υ (κόστος παραγωγής ίζολ σταθερό + μεταβλητό κεφάλαιο [το 2ο είναι οι μισθοί] + υπεραξία) και με τη σειρά του ο μισθός αυτός αντιστοιχεί στο κόστος κοινωνικά επιτρεπόμενης ζωής για το συγκεκριμένο επάγγελμα στις συγκεκριμένες συνθήκες. Αυτό το 2ο ο μαρξ το τοποθετεί στα όρια της επιβίωσης για το προλεταριάτο.

τώρα, για να χρησιμοποιήσει κανείς το πρώτο κομμάτι του ορισμού πρέπει να έχει μια καθαρή (όπως του μαρξ πχ) θεωρία της αξίας, κάτι που κττμγ στην σύγχρονη οικονομία του παγκόσμιου αέρα είναι κάτι το απλά φαιδρό. το 2ο κομμάτι, όμως, δηλαδή η σύνδεση του μισθού εργασίας με το κόστος των βασικών αγαθών (αν κ το τί είναι βασικό πάντα παίρνει συζήτηση) παραμένει αξιόπιστο κριτήριο για ξεσκαρτάρισμα: ο μάνατζερ δεν πληρώνεται ποτέ με βάση τον πληθωρισμό (γελάω με τη λέξη κ τον υπολογισμό της), ενώ ο μισθωτός υπάλληλος ναι.

όλαφ 'τά, βέβαια, στερούνται νοήματος εάν βγούμε απ' το κουκούλι του δυτικού κόσμου κ δούμε την παγκόσμια οικονομία, οπότε αυτός που πληρώνεται κατώτατο στη γαλλία (1100+ μεικτά) γίνεται εκμεταλλευτής του χάρκορ προλετάριου που δεν έχει ασφάλιση, πληρώνεται με το κομμάτι (ολόκληρη ανάλυση στο κεφάλαιο αυτός ο τρόπος πληρωμής) κ γενικά δεν έχει στον ήλιο μοίρα.
ένα άλλο θόλωμα της κατάστασης, στα πλαίσια του δυτικού κόσμου αυτό, έχει να κάνει με την φαινομενική κ βασισμένη στον απόλυτο αέρα ευμάρεια του καταναλωτικού καπιταλισμού: το κόστος συμπίεσης της παραγωγής είναι απελπιστικά μεγάλο και οι προλεταριακοί μισθοί απαγορεύουν την κατανάλωση των παραγόμενων αγαθών. το πρόβλημα είναι η συνολική, μη περιοδική, κρίση υπερπαραγωγής, ένα συστημικό πρόβλημα που θα έλεγε κι ο τζώρτζ μπους. μια λύση της δευτερεύουσας αυτής αντίθεσης (την οποία νομίζω ο μαρξ δεν είδε ως τέτοια κ γι αυτό ίσως η ανάλυσή του για την πόλωση της κοινωνίας έχει μερικώς αποτύχει) είναι η έξοδος από το βιομηχανικό μοντέλο του πεινασμένου εργάτη κ η δημιουργία του καταναλίσκοντος εργαζόμενου. απ' την άλλη, μισθοί που να επιτρέπουν αυτούς τους ρυθμούς κατανάλωσης από ένα τόσο μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας είναι ασύμβατοι με τη βασική αντίφαση του καπιταλισμού, οπότε έχουμε πρόβλημα. η λύση (στην ουσία μετάθεση, καθώς πρόκειται για τη βασική αντίφαση του καπιταλισμού, οπότε ένα τέτοιο πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί συστημικά) αυτού του προβλήματος είναι ο υπερδανεισμός σε όλα τα επίπεδα και ο αέρας, αλλά μετά παραπάει μακριά.

τώρα, όσον αφορά στην γκρίνια κ το κυρίως λήμμα, θα προσθέσω και το ότι κάποιος που δεν έχει δουλέψει ποτέ εντατικά στη ζωή του θεωρεί ο ίδιος ότι σκοτώνεται όταν δεν κάνει τπτ, και πιθανότατα το πιστεύει. είναι σαν τον βυσματία φαντάρο που λέει «μας γαμήσανε εκεί που ήμουνα, 4 έξω 1 μέσα μας είχανε» γιατί βλέπει το πιο σκληρό βύσμα δίπλα του που πάταγε ακόμα λιγότερο.
τα εξωτερικά ερεθίσματα του ακριβώς διπλανού που σκοτώνεται συνήθως δεν αρκεί για να πείσει σε αναθεώρηση κριτηρίων, εν μέρει λόγω ατομισμού κ εν μέρει λόγω αναστολών του να παραδεχτεί κάποιος ότι είναι ξυσιματίας.
συνολικά, είναι όντως φαινόμενο κ όντως αυτοί που παραπονιούνται περισσότερο είναι κ αυτοί που τα ξύνουν περισσότερο.

ουγκ, σόρυ για την έκταση κ τα πιθανά λαθάκια, αλλά εδώ δεν έχω ορθογράφο.

#13
jesus

τώρα που ξαναβλέπω την ανάλυση δεν είναι κ πολύ σχετική, αλλά θα μου συχωρήσετε, ελπίζω...
σχετικό άσχετο, η καινούργια ταινία του γκοντάρ, socialisme, ετοιμάζεται κ το τρέηλερ στον σωλήνα υποδεικνύει ότι ο τύπος έχει σαλπάρει σε άλλα επίπεδα αφαίρεσης...

#14
barbas

ωραίοςςςςςςς!

#15
gaidouragathos

@αίας Αν υποψιαστώ οτι η «άλλη Ελλάδα» είμαστε εμείς...

#16
HODJAS

Το τρίπτυχο λήμμα-ορισμός-σχόλια είναι πεντάστερο.
Κατ’ αρχάς σπέκ σε όλους τους προλαλήσαντες. Ωραία δομημένες οι θέσεις.
Συμφωνώ με το λήμμα χάριν καταχωρίσεως, αλλά όχι ιδιαίτερα με τον ορισμό. Για άλλη μια φορά, οι νεοέλληνες συγκρίνουν τα ασύγκριτα (μεταξύ τους κι όχι στραμμένοι προς τα έξω-διάολε!) αντί να κοιτάξει ο καθένας να προκόψει ατομικά μέσα και όχι κόντρα στο σύνολο (βλ. σχόλιο στο λήμμα μένω στον τόπο). Εν προκειμένω, ο καβγάς του εκάστοτε εκστομίζοντος το παρόν λήμμα, είναι για εισοδήματα, παραγωγή έργου, κοινωνικές τάξεις, επαγγέλματα και άλλα ετερόκλητα (στην Ελλάδα). Η πούτσα με τη βούρτσα κι οι απο δώ γαμάνε τους απο κεί λοιπόν. Φτού κι απ’ την αρχή...

Δίχως να είναι τυφλοσούρτης η Αλβιών (δε γουστάρω ούτε τη βία, ούτε την παραδοπιστία, ούτε το ανελέητα ανταγωνιστικό και ατομιστικό μοντέλο των αγγλοσαξώνων με charity για τα γατάκια και άστεγα νέα παιδιά), στην Αγγλία είναι απαράδεκτο να ρωτήσεις τον άλλον πόσα βγάζει και τί νοίκι πληρώνει.
Επίσης λένε φλεγματικά τις υπέροχες εκφράσεις can’t complain και not too bad, ερωτώμενοι πώς τη βολεύουνε, ασχέτως αν τα πράματα πάνε καλά ή κατά διαόλου.

Είναι πολλά τα θέματα.

Δεν πιστεύω οτι υπάρχει διαχωρισμός δημοσίου-ιδιωτικού-ελευθερίου επαγγέλματος ως προς το πήξιμο ή τη λούφα. Είναι καθαρά προσωπική επιλογή του καθενός (αλλά και τύχη – βλ. οικογενειακά κονέ) να επιδιώξει να την πέσει.
Ξέρω δημόσιες υπηρεσίες που στενάζουνε απ’ το φόρτο λόγω κακοδιοίκησης-έλλειψης μάνατζμεντ (ακριβώς γιατί δεν αποσυμφορούνται με συγχώνευση άλλων υπηρεσιών που τα ξύνουν), αλλά και ελεύθερους επαγγελματίες (π.χ. γιατρούς σε ιδιωτικές κλινικές ή ειδικευόμενους που κάνουν το χαμάλη των επιμελητών, δικηγόρους-δούλους σε κανα μεγαλοκάθαρμα, εμπόρους που έχουν ανοιχτεί στην αγορά και τους κυνηγάει η Γιούρα-μπανκ να τους εκτοπίσει απο την αγορά κλπ) που πήζουν, κονομάνε τσίμα-τσίμα τα προς το ζήν και κουράζονται τόσο ώστε να μην χαίρονται ούτε τον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο που τους απομένει (τρελλαίνονται στον πονοκέφαλο και στις ψυχικές νόσους).
Πράγματι όμως, απο τη Χούντα και ένθεν, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι της αρπαχτής και του στομπουτσισμού. Έχει δίκιο ο Αίας. Απο την Κερκόπορτα του Πολυτεχνείου δεν μπήκαν μέσα μόνο μπάτσοι αλλά μια ολόκληρη υποκουλτούρα.

Είναι ωστόσο παρωχημένο το μαρξιστικό μοντέλο της αμιγώς σωματικής εργασίας όπου το κορμί γίνεται εργαλείο σε γραμμή παραγωγής κλπ-κλπ.
Ως εκ τούτου, είναι βασικά συμβολικό το πρότυπο σωματικού κάματου της οικοδομής (αν και όντως η οικοδομή σε χτικιάζει στην κούραση).
Ο εισοδηματίας όμως πρέπει να έχει ίσα δικαιώματα με τον πιττόρο (και αντιστρόφως).
Ούτε είναι δα η οικοδομή το άκρον άωτον των επαχθών -έστω blue collar- επαγγελμάτων. Αλλιώς, τί να πεί ο ναυτικός, ο σκουπιδιάρης, ο συντηρητής ναρκών, ο νυχτοφύλακας που ξαγρυπνά, ο αστυνομικός που περιπολεί στο δρόμο και τρώει πετριές ή (πρόσφατα) και κανα δαμάσκηνο;
Έτσι κι αλλιώς σήμερα, άντε να μασήσει καμιά επαρχιακή καημόπουτσα ή καμιά λιμασμένη και πλημμελώς πληροφορημένη πουράκλα, με το μύθο της περήφανης βαρβατίλας των οικοδόμων, αλλιώς οι αλλοδαποί θα έκαναν θραύση.
Δεν τυγχάνω πούστης. Παρ’ όλα αυτά, είμαι ενήμερος οτι τώρα έχουνε πέραση οι πισινάδες και οι κηπουροί (τέως κωλόμπες)!

Οι νεοέλληνες, ως γνήσιοι αγράμματοι ανατολίτες κατά τούτο τουλάχιστον, αρέσκονται σ’ αυτά τα σύμβολα ιδίως όταν είναι διπολικά π.χ. οικοδόμος=φτωχός πλην τίμιος εργάτης – κοιλαράς πλούσιος και άτιμος, σαν την παλιά κορνίζα «ο πωλών τοις μετρητοίς-ο πωλών επί πιστώσει» (και σε πολλά άλλα π.χ. επαγωγική προσωποποίηση εννοιών «δημοκρατία=Κέντρο=αρχηγός του Κέντρου=Παπαντρέας», συνθήματα «αλλαγή εδώ και τώρα», «η Μακεδονία είναι Ελληνική», τοπική σύγχυση Ελλάδα=Αθήνα κλπ) γιατί είναι εύκολα και βολικά. Δηλαδή τέσσερα πόδια καλό-δυο κακό (βλ. «Η φάρμα των ζώων»).
Επίσης κλαψομουνιάζουν ΚΑΙ για βαθύτερους λόγους, που ανάγονται στην σφαίρα της κοινωνικής ψυχολογίας και ανθρωπολογίας. Είμαι αναρμόδιος.
Ωστόσο, στο λήμμα καζαντζίδης, αναφέρθηκε ο υποχρεωτικός στρουθοκαμηλισμός έναντι των πραγματικών προβλημάτων του κοσμάκη, που ξορκίζονταν με νταλκαδιάρικες μηνύσεις κατ’ αγνώστων (η μοίρα, η προσφυγιά κλπ), αφού η ρεαλιστική επεξήγηση κι αντιμετώπιση ήταν μέχρι τη μεταπολίτευση παράνομη (!)
Ομοίως οι νεοέλληνες κλαυθμυρίζουν πάνε-δεν πάνε καλά (βλ. τα γκαρσόνια της Ευρώπης), αυτοεξιλεωτικά αφ’ ενός για να μην διαπράξουν ύβρι, αφ’ ετέρου για να ξορκίσουν το κακό το μάτι (βλ. αυτό πώς θα το παίξω;). Μέχρι πριν καμιά 30 χρόνια δεν σ’ άφηνε ο άλλος να κοιτάξεις το εσωτερικό του πορτοφολιού του (βλ. Παπαγιαννόπουλο στον «Ηλία του 16ου») και μέχρι σήμερα, όταν βρεί κάποιος γκόμενα δεν την παρουσιάζει στους φίλους του για κανα 3μηνο...
Είπαμε. Ο ταπεινόφρων είναι κρυπτοαλαζών.

Άλλωστε, αν κοιτάξεις έστω φυγαλέα κι απο μακριά έναν νεοέλληνα, αμέσως θα τσακώσει το βλέμμα σου γιατί είναι προληπτικός (βλ. άμα κάνεις μπάνιο και βγείς έξω θα πουντιάσεις κτλ) και θα τσαντιστεί αν συνεχίσεις, γιατί πάσχει απο μανία καταδίωξης (βλ. Τί είσαι σύ ρε; Τί θές; Ψάχνεις τίποτα; κλπ).
Άσε που ούτως ή άλλως το βλέμμα του κινείται στον χώρο σαν περισκόπιο, επειδή ζεί και υπάρχει επιδεικτικά για τους άλλους (βλ. σχόλια στο λήμμα άλλος) και δεν επικεντρώνεται στις σκέψεις του και στην ασχολία του. Δεν υπάρχουν στοχαστικά μάτια στην Ελλάδα...

Όσο για την αστική τάξη και το ταξικό σύστημα αλά-Γρέκ, έχω την εντύπωση οτι υπάρχει πρωτίστως οικονομική και όχι κοινωνική διαστρωμάτωση.
Μόνον η Αττική έχει κατ’ ατι σαφέστερα όρια, που άλλωστε φαίνεται και απο τις διαφορές στους δήμους της (π.χ. Νέα Ερυθραία – Πέραμα).
Το μόνο σοβαρό διεθνώς κεφάλαιο της Ελλάδας ήταν και είναι η θάλασσα και οι μόνοι αληθινοί Έλληνες κεφαλαιοκράτες είναι εφοπλιστές και οι συν αυτοίς μπρόκερς, σηψάτζηδες, νομικοί, οικονομικοί, μηχανικοί κλπ, αλλά εδράζονται και δραστηριοποιούνται στην Δύση (μαλάκες είναι);
Τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν διδάσκουν υποχρωτικά ούτε το ναυτικό δίκαιο, ούτε την ναυπηγική, ούτε τα ιδιότυπα ναυτικά φάινανς. Έρευνα δεν χρηματοδοτείται ούτε προμοτάρεται και τα παιδιά πρέπει να πάνε στο Σαουθάμπτον να τα χώσουνε, για να μάθουνε αυτά που ξέρανε οι παππούδες τους και να τα πάνε παραπέρα...

Η γέννηση της αστικής τάξης και η συνεπαγόμενη δομημένη και ξεκάθαρη κοινωνική διαστρωμάτωση, απαιτεί βαριά βιομηχανία (ξεχάστε την) και κυρίως ελεύθερο εμπόριο-ανταγωνισμό.
Με διεθνείς όρους, ουδέποτε υπήρξε αληθινή αστική τάξη στην Ελλάδα. Οι κοτζαμπάσηδες έριξαν μερικά κεφάλαια στην αγορά (σάματις δικά τους ήταν;) δεν φτούρησε, το ξαναματαγυρίσαμε στην αγροκτηνοτροφία που την καταστρέψαμε και τώρα (λέει) στραφήκαμε στις (πανάκριβες και άθλιες) υπηρεσίες, για άλλη μια φορά διαπράττοντας το παράδοξο της υπερπήδησης των σταδίων της οικονομικής εξέλιξης (απο την οθωμανική φεουδαρχία-συντεχνία χλάπα της στη βιομηχανία και ξαναχλάπα της στις υπηρεσίες, χωρίς σταθμούς στο ενδιάμεσο) και πάλι στρεφόμενοι εσωτερικά, ο ένας Έλληνας να πουλάει στον άλλονε τη σκαρταδούρα.
Κάτι ανάλογο κάναμε και με την τέχνη και την αρχιτεκτονική. Απο τα πλεχτά βαλκανικά ταγάρια-τσουράπια και τα λασπόσπιτα στα σνόουμπορντ ρούχα και στον μεταμοντερνισμό του Ζογγολόπουλου. Ούτε η Ρώμη χτίστηκε ούτε η Αθήνα έγινε μπουρδέλο, σε μια μέρα...
Έχει πραγματικά νόημα, να τσακώνονται μεταξύ τους οι νεοέλληνες για το σε ποιόν τόπο εισήχθησαν πρώτα (=πάλιουρας αστός), αυτά τα αντεπιστέλλοντα ξένα προϊόντα;

Για ποιό ελεύθερο εμπόριο-ανταγωνισμό μιλάμε όμως, όταν ακόμα και σήμερα πριμοδοτούνται «ημέτεροι» έμποροι σε δημόσιες δαπάνες, όταν για να πιάσεις για δουλειά ακόμα και στον ιδιωτικό τομέα π.χ. σε φαρμακείο ή δικηγορικό γραφείο κλπ, δεν μετρά το βιογραφικό αλλά ποιός σε στέλνει (όπως κάνουν οι Σικελοί-για να εγγυάται κάποιο τρίτο πρόσωπο την συνεργασία σου αλλά και να ανταποδίδεται κάποια μεταξύ τους χάρη-η οποία επεκτείνεται και σ’ εσένα που νιώθεις δέσμιος πέραν της απόδοσής σου), όταν η τέχνη κρίνεται και προωθείται με κρατικοδίαιτους κήνσορες, όταν οι στάρ (sic) λαμβάνουν εξωφρενικά προκλητικές αμοιβές και υποκύπτει ο κάθε κινηματογραφικός ή τηλεοπτικός ή θεατρικός παραγωγός στα καπρίτσια τους (με εντολή «άνωθεν»), ενώ ακόμα και η Liz Taylor είναι βέβαιον οτι δεν θα έβρισκε δουλειά πουθενά, αν εμφάνιζε αντιεπαγγελματική συμπεριφορά;

Μια φορά κι έναν καιρό, η ανακτοπριμοδοτημένη Βουγιούκλω πίεζε με κάθε τρόπο τον Φίφη (Φιλοποίμην Φίνος) να της δώσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο σε έργο (που τελικά έκανε πάταγο) και όταν είδε κι απόειδε οτι ο Φίνος αρνούνταν (καίτοι είχε αναγκασθεί να της δώσει πολλούς), έβαλε μπρος τα μεγάλα μέσα:
Ήταν σε κότερο και λέει «Τελείωσε! Ή αυτή ή εγώ! Αν δεν δώσεις σ’ εμένα το ρόλο, θα πέσω στη θάλασσα!»
Ο κατσαβιδάκιας Φίφης είπε ξερά: «Μπάνιο ξέρεις. Πέσε»...

Εν κατακλείδι, ούτε αστοί υπάρχουν, ούτε τάξεις, ούτε κάθε οικοδόμος δουλεύει ή κουράζεται περισσότερο απο κάθε δημόσιο υπάλληλο, ούτε κάθε ελεύθερος επαγγελματίας κονομάει της Παναγιάς τα μάτια και να τελειώνουμε με αυτά τα «πού τα βρίσκει ο πούστης;», «εεε... ας τα λέμε καλά», «τί ανάγκη έχεις εσύ;», «άλλος λιάζεται κι άλλος ξεκωλιάζεται», «εδώ, στον αγώνα» και τέτοιες ασεπατζούδικες ατάκες γιατί είναι πια μπανάλ, εκτός κι αν στα μπαράκια που πηγαίνουμε, αντικαταστήσουμε τη μουσική lounge με Πόλυ Κερμανίδη και τη Μαργαρίτα με Βερμούτ.
Όλα απο χέρι καμμένα είναι, το μαθαίνουμε-το χωνεύουμε-τραβάμε μια γραμμή και πάμε μπροστά χωρίς κλάψες, ο καθένας μόνος του «στην κόλλα του», χωρίς να γυρίζει κάθε τόσο να κοιτάει τί κάνει ο άλλος.
Τελικά, σάμπως και να μην είναι οξύμωρο το γκράφιτο: «Καιρός ν’ αφήσουμε τους εγωισμούς και να κοιτάξουμε και λίγο τον εαυτό μας»...

Χρόνια πολλά και καλή χρονιά σε όλους!

#17
johnblack

Ρε πστ και να ήθελε κανας άνθρωπος να σου απαντήσει, με τη διατριβή που έγραψες άντε γεια. τα λέμε οσο(κου)νούπω

#18
gaidouragathos

Αρχισα να παθαίνω μιά μόρφωση, έφτασα μέχρι τη μέση, κι όταν ξύπνησα είχε περάσει ένας χρόνος.
Άφερίμ εφέντιμ...

#19
xalikoutis

Χότζα, μια παράγραφο που δεν συμπεριέλαβα τελικά - πολλές δε συμπεριέλαβα, αλλά πιστεύω στον καταμερισμό της εργασίας στα σχόλια ;-) - έλεγε τούτο: παλιά στα χωριά της Κρήτης (και αλλού φαντάζομαι) όταν έπιανε ο κυνηγός κανά καλό κυνήγι (λαγό, πέρδικα) έπεφτε στο σπίτι σύρμα να μη βγάλει κανείς άχνα στη γειτονιά για να μη σκάσουν το βράδυ οι γείτονες για βεγγέρα και αναγκαστεί η φαμελιά να μοιραστεί το κρέας. Το να κρύβει κανείς την (περιστασιακή) ευωχία του είναι συνήθεια που δεν κόβεται ακόμα κι όταν αυτή η ευωχία γίνει μόνιμη και εξασφαλισμένη.

Επίσης ο ορισμός ΔΕΝ λέει ότι οι του δημοσίου είναι εξ ορισμού τεμπέληδες ή κάτι τέτοιο, έτσι;

Η ανάλυση σου για άλλη μια φορά τοπ με ορισμένες επιφυλάξεις σε σημεία που δεν προλαβαίνω τώρα να γράψω.

Καλή Δεκαετία.

#20
electron

ή αλλιώς, «να πας να δουλέψεις στα γιαπιά!»

#21
iron

Χότζα ν' αγιάσει το στόμα σου, μόνο αυτό σου λέω! ν' αγιάσει!

Χαλ, δεν θύμωσες;

#22
SABRINA

κυριε johnblack σας ζητω ταπεινως και δημοσιως συγνωμη
μιλησα λιγο βιαστικα για «κενες περιοχες» κλπ ημουν
ανοητη και θα εχετε καθε λογο να μου πειτε «αει γαμησου»
--θα το κανω --- και παλι τη συγνωμη σας για
αυτη μου την φραση ///// τα υπολοιπα βεβαιως τα εννοω