Η γκόμενα που, είτε ως προς την εμφάνισή της ή ως προς τις διαθέσεις της, εκπέμπει πολύ αγριάδα κιέτσ'. Αγριάδα φετιχιστική, αγριάδα φεμινιστική, αγριάδα ροκ, πάντως κάτι που φέρνει σε ατίθασο και ανεξάρτητο και επιθετικό συγχρόνως.

Το ντύσιμό της δεν είναι απαραίτητα αντροπρεπές. Μπορεί δηλαδή να σκάσει και με μίνι μέχρι την σκωληκοειδίτιδα. Αλλά το στυλάκι θα είναι «εγώ θα σου πω, μωρό, τι θα μου κάνεις, όχι εσύ», στάση που μπορεί να έχει εφαρμογή από το κρεβάτι μέχρι κάθε άλλη δραστηριότητα του καθημερινού βίου, από τον οικείο και τον παρτενέρ μέχρι τον οδηγό της νταλίκας στην εθνική οδό, και που βασίζεται στην άποψη ότι «η επίθεση είναι η καλύτερη άμυνα».

Παρόλο που η ανωτέρω περιγραφή είναι πολλά υποσχόμενη, μια τέτοια γυναίκα δεν είναι πάντα όμορφη.

Συγγενές λήμμα: νταλικέρης.
Αντώνυμο: σεξουλιάρα.

Ρε συ είδα την Χ. στον δρόμο και τρόμαξα να τη γνωρίσω... Από παρθενοπιπίτσα που ήταν, έγινε ένα αγριόμουνο ολκής, απίστευτο!

Got a better definition? Add it!

Published

#1
patsis

Εγώ το ξέρω σαν «αγριομούνα». Στο ότι είναι αντώνυμο του «σεξουλιάρα» διαφωνώ, εκτός κι αν μιλάμε για διαφορετικούς τύπους γυναίκας στην τελική. Σεξουλιάρα για μένα είναι αυτή που 1. οπωσδήποτε έχει καλή σχέση με την σεξουαλικότητά της και 2. κάνει αρκετό σεξ, παραπάνω από τον υποτιθέμενο μέσο όρο της κατηγορίας στην οποία παίζει, διότι το γουστάρει.

Η αγριομούνα προκαλέι μερικές φορές και σε μερικούς άντρες πολύ έντονη σεξουαλική επιθυμία - την επιθυμία να την τιθασεύσουν σαν ατίθασο άτι, που λέει κι ο pomon στον άλλον ορισμό. Έχει μια μια δυσνόητη γκαύλα το σκηνικό να κάνεις σεξ με μια γυναίκα που σε θέλει αλλά ανταγωνίζεται μαζί σου για την «κυριαρχία». Είναι απειλή γιατί αν ενδώσεις θα χάσεις το πάνω χέρι (άρα παίζεται ο ανδρισμός σου) αλλά είναι και υπόσχεση διανοητικής ηδονής γιατί εσύ θα έχεις καταφέρει να «την κάνεις δική σου», ότι κι αν σημαίνουν αυτές οι εκφράσεις.

Είναι βράδυ, το μυαλό μου δεν στροφάρει για βαθύτερες αναλύσεις.

#2
Galadriel

Μμμ! Εμένα λοιπόν αυτή η φράση «διανοητική ηδονή» μου προκαλεί διανοητική ηδονή. Σταρχίδιασας.

#3
soulto