Λέγεται (ακόμα;) στη λευκάδα. Προφέρεται με το νι ένρινο και με διαλυτικά πάνω απ' το ταυ, και έχω την πεποίθηση ότι ξεκίνησε απ' τον χώρο της παπιοπεριπέτειας. Το παπί σου δεν πάει πόντο, και συνεκδοχικά εσύ δεν πας πόντο σημαίνει ότι είναι για τα μπάζα, ότι αν σε πάω κόντρα θα προσκυνήσεις, ότι το μηχανάκι σου δεν κουνιέται ρούπι.

Κατόπιν γενικεύτηκε η χρήση και καλύπτει όλες τις πλευρές τις καθημερινότητας και πέφτει όπου υπάρχει κάτι που δεν τό 'χει.

Παράρτημα προφοράς στο κάνε.

  1. - Άν'ξέ το λjίγο το γαμ'μένο, μωρέ. Τό'εις μπουκώσ' και δε μπάει πόντο.

  2. - Θέλ' φορμάτ το μπ'ρί ρε πούστ', τά 'χ' φάει και δε μπάει πόντο.

  3. - Ωπ το γκομενάκ'!
    - Δε μπάει πόντο αυτή μωρέ. Τ'νjείχα δει πέρ'σ' στ'ν αγιάνν' μ' μαγιό και μό 'πεσε το π'λjί στα γόνατα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
ΠΡΩΤΕΥΣ

Και γω που νόμιζα πως μόνο εμένα μου φαινόταν η λευκαδίτικη προφορά εφάμιλλη της καρδιτσιώτικης!

#2
jesus

όχι όχι όχι!!!!! καμία σχέση, η προφορά είναι πολύ διαφορετική, αλλά δεν μπορεί να αποδοθεί στον γραπτό λόγο. θα ανεβάσω κάνα μύδι, έτσι να υπάρχει για να πειστείς.

#3
jesus

ορίστε, ω πρωτεύ, ελπίζω να πειστήκατε.

#4
patsis

Γουστάρω ηχητικά. Διαβάζεις και παιδικά βιβλία;

#5
jesus

είχα διαβάσει την «μπουτοπία», αλλά δεν κυκλοφόρησε.

#6
patsis

Εγώ διάβαζα βουλωμένα[διαβάζω βουλωμένο γράμμα[/w]]]([w=diabazoboulomenogramma8992#lemma9952)γράμματα αλλά με βάλανε φυλακή.