Συναντάται και με την προσθήκη του «ντάλα μεσημέρι».
Χρησιμοποιείται ως εξής:
Για να υποδηλώσει κοπιαστική έως εξαντλητική χειρωνακτική (και όχι μόνο) εργασία (παράδειγμα 1).
Ως σεξουαλικό υπονοούμενο για το άγριο και αχαλίνωτο σεξ (παράδειγμα 2).
- Μάστορα, αύριο έχουμε μπετά στην οικοδομή;
- Ναι ρε. Βάρα μανέλα από το πρωί.- Κολλητέ, νομίζω ότι το παρακάνατε με τη Λουκία εχθές. Στο ρετιρέ ακουγόσασταν.
- Τι να σου λέω. Τα είδα όλα. Βάρα μανέλα ντάλα μεσημέρι. Κλατάρισα. Λουμπάγκο έχω πάθει.
4 comments
ΠΡΩΤΕΥΣ
Ωραίο! Η μανέλα κάπου παίζει στο βαπόρι, που δε μπορώ να θυμηθώ ακριβώς!
Παίζει να' ναι και ναυτο-καββαδιο-σλάνγκ
dimitriosl
Είναι εξάρτημα που χρησιμεύει ως μοχλός σε εργαλεία (μουζόκλειδα, καρυδάκια κ.α.) Επίσης μανέλες έχουν τα χειρικίνητα βίτζια στα ιστιοφόρα.
poniroskylo
Ο ορισμός του Τριανταφυλλίδη είναι διαφωτιστικός και ως προς την σημασία και ως προς την προέλευση της λέξης.
μανέλα η [manéla] O25α : η μανιβέλα. [βεν. manoela με αποφυγή της χασμωδίας.]
Για τη μανέλα στα ιστιοπλοϊκά, δες τη δεύτερη φωτό.
Δες εδώ και εδώ για τη χρήση της μανέλας στα παραδοσιακά ελαιοτριβεία.
Αλλά, η μανέλα έχει και μια άλλη σημασία - είναι το αρχαίο ανάφορον - αντιγράφω από το φόρουμ proz.com
αναφορέας, ανάφορον: ξύλινος κοντός για τη μεταφορά βαρών που αναρτώνται στο μέσον του και που οι δύο του άκρες στηρίζονται στους ώμους δύο ατόμων, αλλιώς μανέλα.
dimitriosl
Σωστός ο πονηρός ο σκύλοςςςςςς !!!!