Η μικρής διάρκειας «ασθένεια» που εμφανίζεται στον άνδρα όταν, προχωρώντας σε πολυσύχναστο δρόμο ή χώρο, «τυφλώνεται» από το μεγάλο πλήθος από μουνάρες ή Λίλιαν που κυκλοφορούν τριγύρω. Το φαινόμενο είναι παροδικό και διαρκεί από μερικά λεπτά μέχρι και ένα εικοσιτετράωρο, είναι δε συνηθέστερο σε άτομα που δεν έχουν κάνει σεξ κατά το πρόσφατο παρελθόν. Ενίοτε συνοδεύεται από άνοδο του αίματος στην κεφαλή ή από... άνοδο της κεφαλής. Περιττό να τονιστεί ότι η ασθένεια γνωρίζει άνθιση κάθε Άνοιξη και Καλοκαίρι...

Η λέξη προέρχεται από τον όρο «μουνί» που αναφέρεται στη γνωστή θηλυκή θεότητα που ρυμουλκεί πλοίο (σέρνει καράβι) και από τη κατάληξη «-ίαση» που δηλώνει ασθένεια, π.χ. ηλίαση.

(πραγματικό περιστατικό)
Το πρωί στο Πολυτεχνείο:
- Τι έχεις ρε φίλε και είσαι αποσυντονισμένος;
- Άσε ρε Μήτσο, τι είναι αυτά που κυκλοφορούν; Δε μας λυπούνται καθόλου; Μουνίαση έπαθα πάλι όταν ερχόμουν! Έχω και μέρες να γαμήσω...
- :-))))))))))

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
euripidisk

Καλό. Συνηθισμένη ασθένεια σε φαντάρους που μόλις έχουν πάρει άδεια ορκομωσίας. Βέβαια για αυτούς δεν χρειάζετε να βλέπουν μόνο Λίλιαν, συνηθίζετε να τις βλέπουν όλες όμορφες (για τις πρώτες ώρες τουλάχιστον)...

#2
LoudaPetalouda

Τη λέξη αυτή, οι φίλοι μου τη χρησιμοποιούν σαν ορισμό για την γυναικεία γκρίνια. «πωπω ρε φίλε, με έπριξε η δικιά μου πάλι χτες με την γκρίνια... μουνίαση την έπιασε πάλι...»

ή «τσακωθήκαμε χτες, έπαιξε μουνίαση»

#3
johnblack

Καλύτερα φίλος να ρίξεις μια ματιά εδώ, με προσοχή.