«Στη μαγειρική, πάστωμα είναι η συντήρηση τροφών μέσα σε ξύδι ή άλμη, όπως συμβαίνει κυρίως με τα παχιά ψάρια ή τις ρέγγες» (βλ. παστώνω το κοπίδι). Επίσης γίνεται και με αλάτι, χονδρό κατά προτίμηση.

Μια άλλη σημασία του Παστώματος του Σλανγκικού είναι η αποταμίευση χρημάτων και η διατήρησή τους επ' αόριστον. Χρησιμοποιείται ειρωνικά σε γνωστούς τσιγκουίνους για καζούρα!

Αλλιώς λέγεται και «Βάζω τα χαρτιά μούτρο με μούτρο».

- Κοίτα ο τσίπης σακκακιά! Το βαφτιστικό του είναι;
- Αφού ρε δε χαλάει φράγκο, μόνο για αλάτι δίνει!
(Λοξό βλέμμα και γκριματσα):
- Για να τα παστώνει ντε!

(από perkins, 24/05/10)(από perkins, 24/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
allivegp

Τα χαρτονομίσματα συχνά στρίβονται συγκεντρικά εν έδει αλλεπάλληλων φύλλων γάρου και τοποθετούνται περιμετρικά της μέσης συγκρατούμενα από τη ζώνη του σπαγγοραμένου, και τότε λέγονται και «μασούρια».

#2
perkins

Μασουρια δεν εφτιαχναν και με τις χρυσες λιρες τυλιγοντας τις πολλές μαζι και ραβοντας μετα το πανι που τις ειχαν τυλιγμένες;

#3
4everDanai

το δέχονται άραγε στα ταμεία το... παστωμένο χαρτονόμισμα;;;;