«Στη μαγειρική, πάστωμα είναι η συντήρηση τροφών μέσα σε ξύδι ή άλμη, όπως συμβαίνει κυρίως με τα παχιά ψάρια ή τις ρέγγες» (βλ. παστώνω το κοπίδι). Επίσης γίνεται και με αλάτι, χονδρό κατά προτίμηση.

Μια άλλη σημασία του Παστώματος του Σλανγκικού είναι η αποταμίευση χρημάτων και η διατήρησή τους επ' αόριστον. Χρησιμοποιείται ειρωνικά σε γνωστούς τσιγκουίνους για καζούρα!

Αλλιώς λέγεται και «Βάζω τα χαρτιά μούτρο με μούτρο».

- Κοίτα ο τσίπης σακκακιά! Το βαφτιστικό του είναι;
- Αφού ρε δε χαλάει φράγκο, μόνο για αλάτι δίνει!
(Λοξό βλέμμα και γκριματσα):
- Για να τα παστώνει ντε!

(από perkins, 24/05/10)(από perkins, 24/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη μαγειρική, πάστωμα είναι η συντήρηση τροφών μέσα σε ξύδι ή άλμη, όπως συμβαίνει κυρίως με τα παχιά ψάρια ή τις ρέγγες. Στη σλανγκική όμως, πάστωμα είναι η εναπόθεση μεγάλης ποσότητας μέικ-απ στο πρόσωπο, σε σημείο που όχι μόνο να κρύβονται οι ατέλειες, αλλά να αλλοιώνονται και τα φυσικά χαρακτηριστικά του ατόμου.

Το πάστωμα, που αλλιώς λέγεται και σοβάντισμα προσώπου, είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό και ωσεκτουτού δημοφιλές σε σταρ (ηθοποιούς, τραγουδιστές) μιας κάποιας ηλικίας , όταν πρόκειται να εκτεθούν στον φακό ή τα φλας των ρεπόρτερ. Μια ακραία περίπτωση σταρ που έδινε συνεντεύξεις μόνο με παστωμένο πρόσωπο, είναι του RIP Μιχάλη Ιακωβίδη.

Το πάστωμα πρέπει να διαχωρίζεται από τη μάσκα προσώπου, που είναι η γνωστή σε όλους κατάθεση των φλόκιων στο πρόσωπο.

Τί ήταν να τη δω από κοντά χωρίς το πάστωμα; Περισσότερα μπιμπίκια έχει μόνο ο Δώνης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified