Γεμάτος, πλήρης.
Συνώνυμα: πήχτρα, φουλ, κάργα.
- Πώς περάσατε στο πάρτι με τον έτσι προχθές;
- Ξενέρααα... Κατάσταση καυλόσπυρο και γυαλί-πατομπούκαλο. Τίγκα στα σπασικλάκια... Ούτε σε συνέδριο μαθηματικών να με πήγαινε.
- Τόσο χάλια;
- Ρε πίναν λεμονάδες και τρώγαν τυροπιτάκια λέμε...
- Έλα ρε...! Κι ο δικός σου γούσταρε;
- Τα τυροπιτάκια ναι, τη χυλόπιτα δεν ξέρω.
2 comments
jesus
γράφεται κ τίνγκα.
earendil_ath
ρε παιδιά εγώ μόνο με αυτή την έννοια, του γεμάτος, το έχω ακούσει... Πού τους ακουσατε τους υπόλοιπους ορισμούς, έχουμε πηγές από κάπου;