Κυριολέκτικλυ, ο πόνος του πέοντα. Προκαλείται (στην καλύτερη περίπτωση) από ξεψώλιασμα ή (στην χειρότερη) από σκουλαμέντο.
Μεταφόρικλυ, η ακαταμάχητη επιθυμία να πηδήσουμε κάποιο αντικείμενο πόθου, όταν δηλαδή της ψωλής μας ο χαβάς μας άγει και μας φέρει. Εναλλακτικά, οποιαδήποτε ακατάσχετη εμμονή.
Βλ. επίσης: κωλοκαούρα.
2 comments
GATZMAN
Σχετικό λήμμα και η ονείρωξη
Πάντως με ένα ψ κάπου εκεί ανάμεσα, προβάλλει κι η ψωλοκαψούρα, με άλλη σημασία βεβαίως βεβαίως
Vrastaman
Άψογο μύδι, Γκάτς και Μπούμπη!