Φράση που χρησιμοποιείται για να καταδείξει κατάσταση κατά την οποία παρουσιάζεται δυσκολία στην αφόδευση λόγω ιδιαίτερης σκληρότητας των κοπράνων -χαρακτηριστικό γνώρισμα, πολλές φορές, των δυσκοίλιων- με αποτέλεσμα την καταπίεση (ψυχική και σωματική) και το χάσιμο χρόνου. Η σκληρότητα, ο όγκος και το σχήμα του κόπρανου δε, είναι τέτοια που παραπέμπει εύκολα στον καρπό του αειθαλούς και κωνοφόρου πεύκου, το γνωστό κουκουνάρι.
- Πού ήσουν τόση ώρα;
- Στην τουαλέτα, έκανα τατουάζ στον κώλο μου το καπάκι της λεκάνης...
- Τι;
- Τι τι ρε μαλάκα, δεν καταλαβαίνεις, με πήγε κουκουνάρι!
5 comments
iron
ΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ!!!!!!!!!!!!!!!
HODJAS
γαμώ!!!
GATZMAN
Ζωγράφισες!
perkins
Δίνει Μπόνο ρε πστ το κουκουνάρι.
PUNKELISD
Προσφάτως άκουσα και το καλαμπόκι (ή σωστότερα κακαμπόκι), δηλαδή κάτι σε κουκουνάρι αλλά πιο μακρύ!