Αιδοίο το οποίο από τη συχνή και επίπονη διείσδυση από ανδρικά μόρια έχει χάσει το σφρίγος και έχει κρεμάσει. Δηλαδή με λίγα λόγια όταν ένα αιδοίο ξεχειλώνει.

Πω ρε Αγησίλαε. Τη θυμάσαι εκείνη τη σαραντάρα που γνώρισα τις προάλλες; Ε, μάπα το καρπούζι. Για να μη στα πολυλογώ το μουνί της ρε φίλε ήταν μπριζολιασμένο και σιχάθηκε η ψυχούλα μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
PUNKELISD

Της έχει γίνει ζάντα δηλαδή...

#2
betatzis

απλά άπαιχτο !!!!.

Κάποιος πρέπει να κάνει κάνα βαρβάτο σχόλιο για την εικονοποιητική ικανότητα της γλώσσας, και πόσο ισχύει αυτό μόνο για το ελλάντα ή υπάρχει και σε άλλες γλώσσες.

#3
GATZMAN

μπριζόλα χτυπημένη με γουδί