Απαξιωτικά, η πολύ ηλικιωμένη γυναίκα, παρατημένη, παραμελημένη με μισοχαμένα λογικά, η γριά, η τζαντόγρια, η παλιόγρια, η σκατόγρια.
Τούρκικης προέλευσης.
Αλλά και μεταφορικά για μεσήλικες που το παίζουν ντεμέκ νέοι.
Δεν τη βλέπεις; Αυτή είναι σα γριά χαρχάλω.
Δεν κοιτάς που χαρχάλιασες (γέρασες), μου θες και γούστα...
2 comments
poniroskylo
Δες και χαρχάλια, χαρχάλω.
elias_petropoulos
Χαρχαλα, η Ανγκελα Μερκελ συμφωνα με τον σ. Τραγγα: http://www.real.gr//Files/Articles/Audio/104023.mp3
ρεγαρδσ