Ο τυχαίος, φτωχός κι αμόρφωτος, αλλά επηρμένος, που παριστάνει τον κάποιο.
Έλα μωρέ τον Βασιλάκη τον λεμέγκουρα μου λες τώρα, που το παίζει σπουδαίος, δεν μπορείς να μιλήσεις μαζί του, όλο μαλακίες πετάει.
Got a better definition? Add it!
Published 2010-10-18 10:49:50+00:00 Last modified 2010-10-18 15:22:47+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.
0 comments