Ίσως όχι τυχαία σε σχέση με τις άλλες δύο σημασίες της σοκολάτας που έδωσα στον άλλο ορισμό μου, σοκολάτα χαρακτηρίζεται κυρίως από την σαδομαζοχιστική κοινότητα το σεξ (και η ερωτική σχέση) που έχει κίνκι και σαδομαζοχιστικά στοιχεία. Είναι δηλαδή το αντίθετο της βανίλιας. Ωστόσο, σαν όρος εμφανίζεται πολύ πιο σπάνια από τον όρο βανίλια, από τον οποίο και εξαρτάται, και μάλλον παραπέμπει περισσότερο σε κοπρολαγνjεία, πισωκολάτα και τα ρέστα παγωτά.

  1. Ενας Μαστερ ή μια Μιστρες θα μπορουσε δλδ να το κανει αυτο σε μια ερωτικη σχεση; Χωρις να την ονομαζουμε καπως αυτη τη σχεση (βανιλλα, σοκολατα,κτλ) (δες).

  2. δηλαδή ακόμα και οι bdsmάδες, έχουνε χίλιους δυο όρους, τοπ, μπότομ, βανίλα, σοκολάτα, κλπ, αλλά για τους ασέξουαλ, δε μιλά κανένας! (κάπου εδώ)

Και η πισωκολάτα της βάλσαμο! (από Khan, 08/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Khan