Ένα μικρό, συνήθως προσχεδιασμένο κειμενάκι, αποτελούμενο από μακροπερίοδους λόγους, που αποστηθίζεις για να το παίξεις μαγκίτης σε άλλους. Κατά βάση αυτά τα κείμενα δεν έχουν κανένα νόημα. Χρήση παρόμοια με το γουρδώνω το περπούτσι παράμοιρα.

Η παλιννόστηση της ανεπίβουλης στρουχτούρας, που εγγενώς παλινδρομεί, εξανδραποδίζοντας τις δισυπόστατες ανανεωτικές δομές, προβάλλει αναντίρρητες καταφατικές υπερβάσεις, που διαστρεβλώνουν την αταβιστική αναθεώρηση των διαπλεκόμενων επιγόνων του αναθεωρημένου εγώ.

Βλέπε και κονσέρβα, ξύλινη γλώσσα, ψυγείο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
jesus

το παράδειγμα δεν ταιριάζει στον ορισμό. ξέρω τουλάχιστον δύο άτομα εδωμέσα που καταλαβαίνουν τι πα να πει:ΡΡΡ

#2
johnblack

με φώναξε κανείς;

#3
jesus

εεεεεεεεεετς. σκληρός.

#4
iron

#5
Khan

Μήπως είμαι εγώ ραββί;

#6
HODJAS

Θυμάμαι ένα παλιό σκίτσο του ΚΥΡ (τέλη 70'ς-αρχές 80'ς), όπου ένα πιτσιρίκι του δημοτικού πάει στη μαντιλοφορούσα μάνα του και της λέει: «Μάνα, τα προτσές της πλουραλιστικής ιντελιγκέντσιας, ωθούν τη λούμπεν νομενκλατούρα σε αταξικές στουχτούρες»!, οπότε αυτή φωνάζει το άντρα της περιχαρής: «Μήτσομ! Βάλανε τ' αρχαία ελληνικά στα σχολεία»!