Όταν ο Καποδίστριας είπε στους οπλαρχηγούς, που του ζητούσαν χρήματα για τις ανάγκες τους, ότι δεν έπρεπε να ελπίζουν σε τίποτα, γιατί δεν υπήρχαν χρήματα και τα ταμεία του κράτους ήταν άδεια, οι οπλαρχηγοί, θερμόαιμοι καθώς ήταν, άναψαν και του είπαν πως: Αν δε μας τακτοποίησεις στα γρήγορα θα πάρουμε τα αρκεβούζια μας (όπλα της εποχής) και το λουλά μας και θα τα στήσουμε στο πέρασμα των Αναπλιού, οποίος πλούσιους θα πέφτει κατά κείθε, θα τον γραπώνουμε και θα του παίρνουμε λύτρα.

Καλά ρε, αυτοί οι δύο δεν μπορούν να συνεννοηθούν, ο Παντελής του εξηγεί ότι δεν γίνεται κι ο Μήτσος δεν καταλαβαίνει... Τι να λέμε. Αυτοί οι δύο είναι είναι Άρτζι Μπούρτζι και ο λουλάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Khan

Υπάρχει ως άρτσι μπούρτσι και λουλάς και ως άρτζι μπούρτζι και λουλάς (+άρτζι μπούρτζι και ρουλάς). Ωστόσο το θέμα της ετυμολογίας έχει πολύ ενδιαφέρον. Ας τοποθετηθούν κι άλλοι.

#2
Khan

Σε άλλες συζητήσεις που είχαμε κάνει για το θέμα, είχε πέσει από Κάδμο το παρακάτω:

αρτζιμπούρτζι [<μσν. ουσ. 'αρτσιβούριν• λ. αρμεν.] η εβδομάδα πριν από τις αποκριές κατά την οποία νηστεύουν οι Αρμένιοι σε αντίθεση προς τους άλλους ορθόδοξους που καταλύουν τη νηστεία κατά την Τετάρτη και Παρασκευή | με επιρρ. σημασία, άνω κάτω, άτακτα, με ασύδοτη ελευθερία.

#3
sstteffannoss

Αντιγράφω:

ΕΚΔΟΧΗ Α’ (Μπαμπινιώτης)

Προέρχεται από το μεσαιωνικό ουσιαστικό αρτσιβούριον, κι αυτό από το αρμενικό arats-havoth = μηνυτής, αγγελιαφόρος.

Αναφέρεται στην πρώτη εβδομάδα του Τριωδίου, στη διάρκεια της οποίας οι Αρμένιοι ακολουθούν αυστηρότατη νηστεία.

Οι Βυζαντινοί αντιμετώπιζαν με εχθρότητα αυτή τη συνήθεια, μάλιστα η μονή Μάμαντος επέμενε στην κατανάλωση αυγών και τυριού κατά τη διάρκεια αυτής της εβδομάδας, για να διαχωριστεί από την αίρεση των Αρτζιβουρίων.

Η λέξη κατέληξε να γίνει συνώνυμη με την αταξία και την πλήρη ακαταστασία, γιατί οι Βυζαντινοί προσπαθώντας να ερμηνεύσουν την καθιέρωση αυτής της νηστείας, το έκαναν με πολλούς και συχνά παράλογους τρόπους με αποτέλεσμα να επικρατήσει σύγχυση.

Αργότερα στο αρτζιμπούρτζι προστέθηκε η λέξη λουλάς για να ενταθεί εκφραστικά η σύγχυση.

ΕΚΔΟΧΗ Β’
η παρούσα εκδοχή του georgegreek στην οποία προσθέτω την ανάλυση από εδώ

Ενδεχομένως από τη λέξη «αρκεβούζιο».

Το arquebus ή harkbus ή hackbut από το ολλανδικό haakbus, μεταγλωττίστηκε στα ελληνικά σε «αρκεβούζιο». Σημαίνει «όπλο με γάντζο». Ήταν ένα πρωτόγονο πυροβόλο που χρησιμοποιήθηκε από τον 15ο ως τον 17ο αιώνα. Ο γάντζος ήταν ένα απαραίτητο σιδερένιο δίχαλο (βέργα ή σωλήνας ~1,5 μέτρο σχήματος Υ) στο οποίο ακουμπούσε το ασήκωτο αρκεβούζιο για να κάνει δυνατή την σκόπευση. Ο αρκομπουζιέρος κουβαλούσε και το αρκεβούζιο και το δίχαλο.

Αναρωτιέμαι μήπως ο γάντζος λεγόταν και «λουλάς» από το τούρκικο lüle που σημαίνει σωλήνας. Άλλο θέμα αν η λέξη εξειδικεύτηκε κατόπιν και σημαίνει την άκρη του σωλήνα του ναργιλέ εκεί που μπαίνει το τουμπεκί, και μετά, εκ του μέρους το όλον: Λουλάς = Ναργιλές. Πρβλ. Ρεμπέτικο:
«Όταν ανάβει ο λουλάς / εσύ δεν πρέπει να μιλάς».

Ο Διονύσιος Ρώμας στον «Περίπλου» του (239,26) αναφέρει τον κάπο των αρκομπουζιέρων και ερμηνεύει = «αρχηγός των τουφεξήδων , που ήταν οπλισμένοι μ' ασήκωτα τσακμακοντούφεκα» (γύρω στο 1571 μΧ)

Είχα ακούσει πως κάποιοι οπλαρχηγοί απειλούσαν ότι «θα πάρουμε τα αρτσιμπούρτζια μας και τον λουλά μας και θα ...» αναφερόμενοι προφανώς στον οπλισμό τους.

Συμπέρασμα: Μετά από όλα αυτά πιθανολογώ ότι η έκφραση σημαίνει τον οπλισμό και την μετακίνησή του ή χρήση του, και επομένως την απειλή, την οχλαγωγία, την ένοπλη σύρραξη, την αναστάτωση.
Σχετικά: «Τα τσαμασύρια», Τα «σέα και τα μέα». «Τζάτζαλα μάντζαλα»

ΕΚΔΟΧΗ Γ’

Παρατίθεται από τον vasilis7719 εδώ

#4
Nakas

Ο όρος «αρτζιμπούτσιον» νομίζω δε χρησιμοποιούνταν κατά το 19ο αιώνα και τα τυφέκια της εποχής είχαν γίνει γνωστά ευρέως πια ως καρυοφίλια. Όσο για το λουλά, επίσης κανείς τότε δε χρησιμοποιούσε πια στήριγμα για το όπλο του.

#5
georgegreek

Συγκεγκριμενα οι διάφοροι οπλαρχηγοί δεν ειχαν παρατήσει ακόμα τα όπλα τους και πήγαιναν στο ναυπλιο και ζητούσαν διάφορα ρουσφέτια στον καποδιστρια, κυρίως όμως χρήματα ,για να μπορεσουν να κινηθουν,και ο καποδιστριας εκανε οτι μπορούσε για να ικανοποιηση τις αναγκες τους,τα πράγματα ηταν δύσκολα όμως εκείνη την εποχή ,η ελλαδα κατεστραμμένη και τα ταμεία αδειανά. (η συνεχεια στον ορισμο) η β' εκδοχη του στεφανου εξηγει και για τα οπλα και την ονομασια τους.

#6
Khan

Πολύ ωραία μας τα παρουσίασες Στέφανε. Έτσι όπως το βλέπω μου φαίνεται πολύ γοητευτικό και το δεύτερο, με το οποίο συμφωνεί και το ιστορικό περιστατικό που δίνει ο Γιώργαρος ως επιμέρους περίπτωσή του. Αλλά το πρώτο είναι κοντύτερα ως λέξη, νο; Τέσπα, ελπίζω να έχουμε εδώ έναν συμφυρμό ετυμολογιών από αυτές που συμβαίνουν σε παρόμοιες περιπτώσεις, γιατί και οι δύο ετυμολογίες είναι πολύ γοητευτικές.

Το τρίτο του Βασίλη είναι μια εξαιρετική λασκολογία, νομίζω; Για Καβλί Πράιζ μαζί με άλλες.

#7
georgegreek

φίλε khan τι μου θύμισες τωρα...λασκολογία τι να γίνεται αυτό το παλικάρι;
πρέπει ναχω κάτι βίντεο τότε που τον είχε ο μυλωνάς στα παιδιά της νύχτας ...μας ταξιδέυεις είκοσι χρόνια πίσω!

#9
sstteffannoss

Μην καταστρέφεις το νόημα του λήμματος Khan!! Τα πάντα (ορισμός σχόλια) πρέπει ενίοτε για λόγους αισθητικής να συνάδουν με το λήμμα (λέω 'γω)!!
Μακάρι να υπήρχαν άλλοι 20 ορισμοί να γίνει άρτσι μπούρτσι και λουλάς!!

Αλλά ναι, κι εγώ εκεί κλίνω. Άσε που νομίζω πως από όλους έχει γίνει παρανόηση:

Το άρτσι, μπούρτσι τίθεται -κατά τη γνώμη μου- σε αντιδιαστολή με το λουλάς:

Κάποιοι φαγώνονται, θορυβούν, μπερδεύουν τα μπούτια τους, όντες καθένας με την τρέλα του κι ένας μόνος του κι αυτός στον κόσμο του, τους παρατηρεί αποστασιοποιημένος.

#10
Khan

Σαραντάκος για άρτσι μπούρτζι και λουλάς.

#11
Khan

Οπότε τα περί αρκεβουζίου είναι άκυρα, και ο λουλάς προστέθηκε αργότερα, κατά 19ο αιώνα.