Ο κυριολεκτικός ορισμός είναι «βρικόλακας». Η λέξη είναι ποντιακή, και σημαίνει μεταφορικά «ξενύχτης». Μπορεί επίσης να χαρακτηρίσει και κάποιον που έχουν κοκκινίσει τα μάτια του για διάφορους λόγους.
Η λέξη πιθανόν να είναι τούρκικη.
Ο τεμέτερον παιδάς άμον το χοτλάχ έρθεν οψές...
5 comments
vikar
Ωραίο ρε σαπάπ.
Απ' το διαδίκτυο βρίσκω πιχί το εξής με τη σημασία ξενύχτης:(προσωρινά αποθηκευμένη σελίδα του Γκούγκλ):> με μενα τι θα κάνω που δεν μπορω να κοιμηθώ τα βραδια με λες...τι θα καμω;δοκιμασα τα πάντα μεχρι κ το σαμπουάν τπτ...ασε..χοτλάχ όπως λέμε κ μεις οι πόντιοι Επίσης, σε ποντιακό γλωσσάρι βρίσκω αντάμα καί
χοτλάχ'ς (Πάφρα): Φάντασμα - Hotlakhs - Monster,
αλλα καί
χορτλάχτς: Βρυκόλακας - Hortlakhts - Vampire/ghost».
Αναρωτιέμαι μήπως πρόκειται για δύο μορφές της ίδιας λέξης καταρχήν, και καταδεύτερον, σε περίπτωση που δέν είναι τουρκικής αρχής, άν (η πρώτη τουλάχιστον) προέρχεται απο ελληνικό **χορτολάκτης* (αυτός που κλοτσάει το χορτάρι, άρα κατεπέκταση αυτός που περπατάει στις ερημιές ξερωγώ).
sstteffannoss
Πιθανώς από το τούρκικο hortlak: βρικόλακας, ζόμπι, απέθαντος.
vikar
Ε τί «πιθανώς»... Προφανώς θα έλεγα. Ετυμολογία γι' αυτό έχεις πρόχειρη; (Και μιά και σε βρήκαμε, θα μου κάνεις και έναν καφέ, τούρκικο σκέτο;... :-Ρ)
vikar
Άν κατάλαβα καλά απο κάτι ονλάιν λεξικά (γιατι απο τούρκικα μόνο για καφέδες ξέρω κατιτίς), προέρχεται απο ρήμα hortlamak που σημαίνει «ροχαλίζω» ή «γρυλλίζω». Τουρκικότατο λοιπόν, άν και την απώτερη ρίζα δέν τη βρήκα.
sstteffannoss
Δεν βρίσκω κάτι.
Δεν πίνω καφέ κι ειδικά τούρκικο όποτε προσπάθησα να φτιάξω, δικαίως δεν καταναλώθηκε. :-)