Επιβάλλω βαρύτατη ποινή, πρόστιμο, τιμωρία κλπ. Ως επί το πλείστον εκφέρεται στο τρίτο πρόσωπο, «μου τη ρίξανε στ’ αυτιά» ή «μου την έριξε στ’ αυτιά», όπου ο ρίψας είναι συνηθέστατα η Εφορία, αλλά και το όργανο (τροχόμπατσος, δημομπάτσος κλπ.) που κόβει κλήση, το δικαστήριο, ο δίκας, και γενικώς οποιοσδήποτε έχει εξουσία να επιβάλλει ποινές.
Συνώνυμο: κόβω τον κώλο τινός.
1 comment
patsis
Βλ. και βαράω στ' αυτιά.