Πατρινή λέξη η οποία έλκει την καταγωγή της από τα μπουρμπούλια, ετήσιο χορό της περιόδου του καρναβαλιού στον οποίο οι άντρες παρουσιάζονται κανονικά σε αστική εμφάνιση ενώ οι γυναίκες κρύβουν την ταυτότητα τους με τη βοήθεια ενός ντόμινο.

Η μεταφορική σημασία της λέξης αναφέρεται σε γυναίκες τις οποίες δε θα τις πλησίαζες εάν δε καλυπτόντουσαν από τη μυστηριακή μαύρη στολή.

- Έλα ρε παιδάκι μου τι 'σαι συ, για γύρνα να σε δούμε λίγο...
- Ωχ τι ναι αυτό το μπούρμπουλο ρε μινάρα;
- Απαπαπά μακρυά! Έλα...τρεεέχουμε με το ντόμινο!

(από Khan, 24/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
jesus

το παράδειγμα μυρίζει πατρινίλα. τόνους να βάζεις κ είσαι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού.