Η αρρώστια του χαρμάνη, ήτοι η ολέθρια ψυχοσωματική κατάσταση, στην οποία περιέρχεται ο εξαρτημένος χρήστης εθιστικής ουσίας όταν έχουν τελειώσει τα αποθέματά του και δεν μπορεί να τ' ανανεώσει: το σύνδρομο στέρησης.
- Τι πήξιμο είναι αυτό ρε πστ μου, τα 'χω παίξει εντελώς. - Έχω κάτι σιρόπια στην καβάτζα. Πάμε να τα πιούμε να φύγει η χαρμάνα.
1 comment
joe909
Λοιπόν, εδώ το πράγμα χρήζει περαιτέρω έρευνας. Κατ’ αρχήν το τουρκικό harman σημαίνει το θερισμό στην πιο πλατιά του έννοια (δηλ. θερισμός, συγκομιδή, ώριμα στάχια, αλώνι). Έχει όμως παράλληλα (στην τουρκική) και την έννοια του μείγματος, αναφερόμενο μάλιστα ειδικότερα σε μείγμα αποξηραμένων, κονιορτοποιημένων φύλλων (καπνού, τσαγιού κλπ.). Στην ελληνική χρησιμοποιείται επίσης με την έννοια αυτή. Λιγότερο τώρα απ’ ό,τι πριν 30 χρόνια -θυμηθείτε τη διαφήμιση «με το χαρμάνι του παλιού άσσου», αυτό πάει τώρα διότι υποκαταστάθηκε από το american blend-. Χαρμάνι όμως λέγεται και το μείγμα του τσιμέντου, του πηλού, δηλ. απ’ ό,τι καταλαβαίνω οποιοδήποτε μείγμα παρασκευάζεται σε παχύρευστη μορφή που προορίζεται να πήξει, σε οικοδομικές εργασίες και υλικά(εδώ). Και η ονομασία χαρμανιέρα αναφέρεται σε μηχανήματα ανάδευσης α) των οικοδομικών μειγμάτων, β) των σιτηρών(εδώ). Τρίτη σημασία στο τουρκικό harman, είναι «ψιλοφτιαγμένος με χασίς». Ενώ λοιπόν με την έννοια του μείγματος η τουρκική λέξη έχει μεταφερθεί στην ελληνική με την ίδια σημασία, με την έννοια του φτιαξίματος έχουμε μια περίεργη αντιστροφή. Όποιος γνωρίζει, ας ομιλήσει.