Από το τούρκικο yalama: σπυρί στα χείλη, ίσως ο έρπης.

Μεταφορικά, ο κακόγουστος στη συμπεριφορά ή την εμφάνιση.

  1. Όχι ρε πούστη μου, πάλι έβγαλα γιαλαμά κι έχω και ραντεβουδάκι...

  2. Υποτίθεται έχει βάλει τα καλά του και κοίτα τον είναι σα γιαλαμάς!

Για έναν γιαλαμά τον στρμωξαν στην ψειρού (από allivegp, 14/02/12)Ασημάκης Γιαλαμάς (από joe909, 14/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
guybrush

Παλιός τερματοφύλακας του ΟΦΗ

#2
Khan

Προσοχή, λοιπόν, όχι μόνο στις γιαλομαμούνες, αλλά και στις γιαλαμαμούνες!

#3
Παπαντώνης

Να σημειωθεί ότι το λήμμα χρησιμοποιείται κατ'εξοχήν στη Γκάτζα

#4
0xlang

Ο παρόν ορισμός χρησιμοποιείται και ως κρυφή αναφορά στον μπαγλαμά. Μεταξύ κατεργαραίων ειλικρίνεια :)