Η κόρη. Μεγεθυντικός όρος των θετικών χαρακτηριστικών της κόρης. Όμορφη και γερή κόρη.

– Γέννησε τελικά η Πόπη;
– Ναι, κι έκανε μια κοράκλα, ζωηρότατη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Khan

Και όταν πρόκειται για κόρη του Μητσοτάκουλα, τότε είναι Ντοράκλα.

#2
Vrastaman

Διεδόθη από τον Πύρρο Δήμα.

#3
gaidouragathos

Έλα ρε, τ ακούω από παλιά.

Και το «γιούτσικος».

«Η Πόπη έχει δυό γιούτσικους, έκανε και μιά κοράκλα...»