Η κόκα, το γαμήσι, το χρήμα.

  1. - Τίγκα στο κοκό ήταν η Νίτσα χτες.

  2. - Σήμερα δεν έχει κοκό, έχω πονοκέφαλο.

  3. - Τέρμα το κοκό. Πρέπει να βρω καλύτερη δουλειά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Hank

Και ο βασιλιάς, ο Γλύξμπουργκ.

#2
iron

αυτός είναι ο Κοκός, και με κεφαλαίο το Κ, κοτζαμάν βασιλιάς ήτο το παιδί ντε...

#3
sstteffannoss

Εξού και το:
«μαμ, κακά, κοκό (γαμήσι) και νάνι».

#4
dryhammer

Και το παλαιό «Μάμ, κακά και νάνι, τσουτσούνι και σεργιάνι» τα αγαθά της ζωής... Μετά έπιασα δουλειά, τώρα «αστα, γάμα τα»

#5
electron

Μια εικασία από που προέρχεται. «κοκό» στην μπεμπεδοσλανγκ είναι το γλυκό. Επειδή, όπως είναι συτονόητο τα μωρά έτσι μπορούν να πουν το γλυκό. Γλυκό ς είναι και ο έρωτας, κατ' επέκτασιν και το σεξ, οπότε εγένετο η σλανγκιά...