Το ΟΚ κοροϊδευτικά, με υπονοούμενο τους γκέι.

- Ο-γκέι, κατάλαβα. Από αύριο λοιπόν, δίαιτα.

(από Khan, 30/03/15)

Σχετικοάσχετα: οκέικ, Ok ή γκέι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
iron

νταξ ρε παιδιά, μη θυμώνετε! Βλ. και τζέη, ο. Μου αρέσει καλύτερα, αλλά βλέπω ότι ούτε αυτό σας πήγε. Κααλώς! (Επίσης υπάρχει και oh gay oh gay, whatch them all fall down -αντί all day all day, από το «Domino Dancing» των pet Shop Boys, νομίζω- αλλά αυτό είναι άσχετο...)