Στην έκφραση «έχει καραβάκι».

Όταν μιλάμε για παραλίες που είτε είναι δυσπρόσιτες είτε απρόσιτες από ξηράς, και για τις οποίες κάποιος τοπικός με ένα καραβάκι κάνει δρομολόγια (με πιθανό το ενδεχόμενο να δουλεύει πρακτικά 3 μήνες το χρόνο και να βγάζει τα λεφτά της χρονιάς) από το κοντινότερο χωριό στην παραλία και τανάπαλιν, συνοψίζουμε όλο αυτό στο ελλειπτικό «έχει καραβάκι».

Νταξ, όχι καμιά σλανγκιά τρισδιάστατη, αλλά είναι τυποποιημένο, και με το υποκοριστικό.

Για να πάτε στην (τάδε παραλία) θα πάτε στο (τάδε χωριό) και μετά έχει καραβάκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
jesus

(έμμεση πάσα πάλι πρόστυχοι διάλογοι με πάτσις.)

#2
patsis

(σβήσε επιτέλους το φως)

#3
jesus

έλα τώρα, αφού σ' αρέσει.

#4
patsis

τι λέει η φιλοσοφία γι' αυτό;

#5
jesus

πιο γάλα ρε κατσικοπόδαρε;

#6
patsis

άλφα ρε γαβ-γαβ

#7
PUNKELISD

Συγγγνώμη που διακόπτω αλλά πρέπει, νομίζω, να αντικαταστήσεις (και αν χρειάζεται, με την απαραίτητη λίστα) τα ταδε παραλία και τάδε χωριό.

#8
jesus

κάνε δουλειά σου, αλλά το πρόβλημα είναι ότι είμαι σκληρός τύπος, και πάω κολυμπώντας, οπότε δεν τα ξέρω αυτά τα πράματα.

για λευκάδα: χωριό η βασιλική, παραλίες: αγιοφύλλι, πόρτο κατσίκι, εγκρεμνοί.
χωριό: άη-νικήτας (αηνγκίτας στα λευκαδιτικα), παραλία μύλος.

παρακαλούνται οι γκέυ του σάιτος να βοηθήσουν :Ρ.

#9
vikar

Καλό κόλπο αυτό. Σε φάση: «Όποιος είναι μαλάκας άς γράψει μετά απο μένα».

#10
patsis

Το έκανε κι ο knasos εδώ αλλά ο vanias δεν κώλωσε.