Συνώνυμο του μαλάκας αλλά καθόλου ισοδύναμό του. Χρησιμοποιείται κυρίως από θείες, κυράτσες και μανάδες όταν θέλουν να αναφερθούν απαξιωτικά για κάποιον, αλλά δεν μπορούν να βρουν το σθένος να τον αποκαλέσουν μαλάκα.

Άσε με Χαρίκλεια με τον κυρ Βασίλη στο παντοπωλείο... Πρόκειται περί σαλάκα! Άλλη φέτα μου έδωσε να δοκιμάσω, κι άλλη μου πούλησε...

βλ. και λακαμάς, μακάκας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
τσοκτσοκγκιουζέλ

Ευχαριστίες στους συντάκτας!

#2
deinosavros

Τουρκ. salak= βλάκας, ζώον, μπουμπούνας. Μπας κι οι θείες, κυράτσες κλπ είναι βόρειες ;

#3
τσοκτσοκγκιουζέλ

Οι συγκεκριμένες είναι ακραία νότιες. Πλην όμως πλείστες όσες οι τουρκικές δάνειες και στο χωριό μου. Great point πάντως!

#4
deinosavros

Ε, πές μας και την περιοχή να ξέρουμε τι παίζει και πού...

#5
τσοκτσοκγκιουζέλ

Νοτιοδυτική Κρήτη. Πολύ νότια και πολύ δυτική.