Ο τσιγκούνης, ο ενδεής, αυτός που δεν διαθέτει πολλά χρήματα.

-Έλα μωρέ. Τι τον θες αυτόν τον φτωχομπινέ;

(από Τσακ εις την μέσην, 25/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
iron

«Μπινές ήταν ο παντρεμένος που, στη σεξουαλική του ζωή, άλλοτε ήταν ενεργητικός (με τη γυναίκα του ή άλλες γυναίκες) και άλλοτε παθητικός: τον έπαιρνε, κατά το κοινώς λεγόμενο, από άντρες νεαρής ηλικίας, τους οποίους πλήρωνε. Αν δεν είχε λεφτά (φτωχομπινές), ήταν διατεθειμένος να τους κάνει πλάτες για να κοιμηθούν με τη γυναίκα τους, κι έτσι να βγάλει την υποχρέωση.»

Από το βιβλίο Οι παλιοί συμμαθητές του Λ. Παπαδόπουλου.

όχι, δεν το διάβαζα εγώ.