Ο έχων αραιωμένη την κορυφή του τριχωτού της κεφαλής και αφήνει κοτσίδα ή μακριά μαλλιά, κατάλοιπο νεανικών χρόνων.

Πουλικάκος, τίποτα άλλο.

(από Cunning Linguist, 20/04/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
iron

Συνώνυμο: ο καραφλογιεγιές.

#2
Cunning Linguist

Τυπικό παράδειγμα καραφλοχαίτουλα: ο Χουάν Ραμόν Ρότσα.

#3
Επισκέπτης

κάποτε λεγόταν και καραφλόχυπας =καραφλα+χυππυς

#4
vikar

Εμείς πάλι το λέγαμε απλά καραφλομαλλιάς.

#5
gizaha

Κοντογιαννίδης

#6
vikar

Το λένε κατευθείαν και ρότσα.

#7
n0i2

Πέθανα στο γέλιο με το Ρότσα, ο Πουλικάκος πλέον δεν έχει χαίτη, είναι μόνο καράφλας.

#8
Fotis Nitsiopoulos

Επίσης και καραφλοχαιτάς.
Πηνιώτης παλιός τερματοφύλακας της Καλαμαριάς

#9
αχωνευτος

ελπίζω να βοηθησα με το φωτογραφικό υλικό.
Φάνης Γκέκας: ζωντανό μνημείο καραφλοχαίτης
Χαβιέρ Πινόλα: αξιος συνεχιστής του ραμόν, μια αναζήτηση στο ιντερνετ θα σας πείσει!