Στα Ανώγεια Κρήτης και στο πολιτισμικο-γλωσσικό τους Lebensraum γύρω από τον Ψηλορείτη, το ρήμα αγαπώ σε αμετάβατη σύνταξη σημαίνει είμαι ερωτευμένος, και πιο συγκεκριμένα: είμαι για πρώτη φορά (και άρα φόλα) ερωτευμένος (βλ. καψούρης) και (λόγω αυστηρών ηθών) συνήθως μυστικά. Δηλαδή, αγαπώ δε σημαίνει "νοιάζομαι", "είμαστε ταιριαστό ζευγάρι", "παρά τα χρόνια δε σε βρίσκω εντελώς τελείως αποκρουστικό", και λοιπά αντικλιμακτικά και κλιμακτήρια. Αγαπώ σημαίνει εδώ αποκλειστικά είμαι ερωτευμένος για πρώτη φορά και σφόδρα, γιατί μία φορά νοείτο να ερωτευτείς, την πρώτη, κι αν ήταν να ερωτευτείς καλό θα ήταν να ερωτευτείς πολύ... και μετά παντρευόσουνα.

Το αμετάβατο της σύνταξης είναι σημαντικό: δεν έχει σημασία ποιον αγαπάς, αλλά πρωτιστως το ότι αγαπάς, το σκανδαλώδες του ότι είσαι ερωτευμένος.

Η πιο συχνή και εμφατική χρήση του παραμένει στην ερώτηση "αγαπάς;" την οποία την απευθύνουν, με λύσσα κακιά προς το κορίτσι που ξετζανώνει και γαμπρίζει, τα υπόλοιπα θηλυκά του περίγυρου (μητέρα, αδερφές, θειάδες, ξαδέρφες, φίλες), όταν ψυχανεμίζονται ότι κάτι τέτοιο εξηγεί την αλλοπρόσαλλη εσχάτως συμπεριφορά της μέχρι πρότινος απονήρευτης κορασίδας. Αν την απευθύνουν αρσενικά (π.χ. πατέρας, αδερφός) έχουμε πρόβλημα.

- Μωρή, γιάντα δεν επήγες στο φροντιστήριο; Μωρή, αγαπάς;
- Όι μάνα, μάνα! Ετρεζάθηκες μάνα;!!!

Μόνο σπάνια μπορείς να ακούσεις σε τέτοια πλαίσια την λέξη αγαπώ για τη σχέση μεταξύ παντρεμένων. Πιο συχνά την ακούεις/ την άκουγες μεταξύ συγγενών και φίλων για τη συγγενική και φιλική αγάπη (μεταβατική σύνταξη).

- Χαρώ σε κι αγαπώ σε! (προς παιδάκι)

- Εγώ κουμπάρα να κατέεις σ' αγαπώ πιο πολύ απ' την αδερφή μου (κουμπάρες συνομιλούν).

Στη σχέση μεταξύ παντρεμένων την ακούεις/την άκουγες περισσότερο όταν ο ένας από τους δύο είχε πάει στον άλλο κόσμο:

- άχι, μωρέ, τον ηγάπουνα τον κύρη σας!

λέει η χήρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
σφυρίζων

#2
xalikoutis

Ιιιιιιι!!!!!

#3
dryhammer

αγαπημένο λήμμα (παλεύω να θυμηθώ που τόχω -εκτός Κρήτης- ξανακούσει με την ίδια σημασία)

#4
soulto

Βροχή τα αγαπόνια...

#5
dryhammer

λοιπον, το λέμε και στη Χίο, παλιότερα περισσότερο, αλλά τώρα πιά όχι μόνο με την αυστηρή σημασία του ορισμού (πουτάνα τηλεόραση...) που τείνει προς εξαφάνιση...

#6
xalikoutis

ωραία!

#7
ΣτοΔγιαλοΧτηνος

Η πιο συχνή και εμφατική χρήση του παραμένει στην ερώτηση "αγαπάς;" την οποία την απευθύνουν, με λύσσα κακιά προς το κορίτσι που ξετζανώνει και γαμπρίζει, τα υπόλοιπα θηλυκά του περίγυρου (μητέρα, αδερφές, θειάδες, ξαδέρφες, φίλες), όταν ψυχανεμίζονται ότι κάτι τέτοιο εξηγεί την αλλοπρόσαλλη εσχάτως συμπεριφορά της μέχρι πρότινος απονήρευτης κορασίδας. Αν την απευθύνουν αρσενικά (π.χ. πατέρας, αδερφός) έχουμε πρόβλημα.

Εμένα δεν μου καλάρεσε να πάη το παιδί μου σε ξένο χωριό, μα είντα να πης? ο γαμπρός ειν' ετσά που τόνε θέλω...πρέπει πως αγαπηθήκανε κιόλας... (Εδώ διήλθεν επί του προσώπου του χωρικού σκιά και με δυσκολίαν επρόφερε την λέξιν "αγαπηθήκανε", ως εάν ωμολόγει αισχρόν της θυγατρός του παράπτωμα).

Ι. Κονδυλάκης Οτ. Ημ. Δασκ.

Χαλικούτη, άμα σου κάνει κέφι πες μας για κείνο το "πρέπει πως". Λήμμα, σχόλιο, γουατέβα.

#8
xalikoutis

Αστοδιαολοκτήνος, θα με κάνεις ακόμα κι εμένα να βγω οφ τοπικ (εδώ γελάνε). ΄Άκου λοιπόν, για να μιλάμε σωστά σανκρητικά, στην Κρήτη το πρέπει που δηλώνει ισχυρή πιθανότητα ή συμπέρασμα συντάσσεται ως εξής: α) πρέπει + πώς + ρήμα σε κάθε χρόνο της οριστικής είναι οκ. Π.χ. αυτός πρέπει πως έφαγε, γι΄αυτό δεν πεινά = αυτός πρέπει να έφαγε, γι' αυτό πεινάει. Αλλα η άρνηση έχει διαφορετικές επιπλοκές από τα επίσημα ελληνέζικα, στα οποία είναι μάλλον σόλοικο να πεις π.χ. αυτός πρέπει να μην έφαγε, γι' αυτό πεινάει και είναι καλύτερα να πεις: αυτός δεν πρέπει να έφαγε, γι' αυτό πεινάει. Στα κρητικά θα πεις: αυτός πρέπει πώς δεν έφα(γ)ε, γι΄αυτό πεινά.. Λάθος, αλλά εν τη ρύμη συχνό, είναι το: αυτός δεν πρέπει πως έφαγε, γι' αυτό πεινά. (β) επίσης, άλλη οκ σύνταξη είναι η εξής: πρέπει + ρήμα, πάλι σε όλους τους χρόνους της οριστικής (χωρίς ούτε να, ούτε πως), τόσο κατάφαση όσο και άρνηση, π.χ.: αυτός πρέπει έφαε, γι' αυτό δεν πεινά, και αυτός πρέπει δεν έφαε, γι' αυτό πεινά. (γ) υπάρχει και σύνταξη πρέπει (+ πως) + θα + αόριστος (ή παρατατικός ή υπερσυντέλικος), που δηλώνει λιγότερη βεβαιότητα, πιο "μαλακή" σύνταξη, για να φανερώσει επιφύλαξη, προσοχή, ότι το θέμα είναι ευαίσθητο κ.τ.ο., π.χ.: αυτός πρέπει πως θα 'φαε (ή *θά' χε(νε) φάει ή θα ήτονε φαγωμένος), γι' αυτό δεν πεινά*.

Αλλά τείνει να επικρατήσει η σύνταξη με το να.

#9
Khan

Ορισμάρα!

#10
ΣτοΔγιαλοΧτηνος

Ευχαριστούμε σε Χαλικού (κι εγώ κ ο διάολος κ το χτήνος).

#11
Galadriel

Μπήκα καταδρομική και χάρηκα γιατί έπεσα εδώ. Ωραίο.

#12
donmhtsos

Εξαιρετικό!

#13
donmhtsos

Το λέει και ο Ζήκος:

"Μυαλό δέν είχες ποτέ! Κουρκούτας ήσουνα! Όχι τώρα που αγάπησες κι όλα!" (5.35-5.38)

**Της κακομοίρας!**

#14
vikar

Δεκτά τα ιδιαίτερα σχόλια περι τοπικότητας (που δέν τα γνωρίζω), πάντως το αγαπώ με τη σημασία «είμ' ερωτευμένος» (όχι απαραίτητα για πρώτη φορά!, και χωρίς σκανδαλοθηρική χροιά απαραίτητα) ακούγεται σαφώς και εκτός Κρήτης. Συνηθέστατα περιπαιχτικά, αλλα όχι μόνο -σε φάση, φίλοι πού 'χουν να τα πούν καιρό, «- Τί λέει, αγαπάς αυτόν τον καιρό; - Έ, είναι μία κοπελίτσα στη δουλειά, με ταλαιπωρεί εδώ και κάνα μήνα...»

#15
anna.s.

Συγκίνησες με Χαλικούτη..