Το βασικό δίπολο κατάφασης - άρνησης που το ένα αποκλείει το άλλο ως αληθινό σε μία πρόταση (δεν μπορούν να ισχύουν και τα δύο άκρα ταυτόχρονα, λόγω του διαζευκτικού "ή", που δίνει διαζύγιο στο μεν απ' το δε και απαλλάσσει το ένα από το άλλο. Δεν πρέπει να μπερδεύεται με το "ναι και όχι" τον καφετζηδων που το πρώτο αφορά στον καφέ και το δεύτερο στη ζάχαρη, όχι σημασιολογικά στο ίδιο αντικείμενο, αλλά συνολικά στο προϊόν του πόσιμου καφέ ως προς τη δοσολογία, λόγω του συμπλεκτικου "και").

Το "ναι ή ου" παραδόξως έχει επικρατήσει αν και το "ου" ήταν ένας από τους τρόπους με τον οποίο γινόταν η άρνηση στα αρχαία ελληνικά, αντί του "ναι ή όχι" που ακούγεται πιο σπάνια. Ας πούμε πρώτα για το "ου" γιατί έχει πιο πολύ ενδιαφέρον κι ύστερα μέσω αυτού καταλήγουμε στο "ναι".

Το "ου" κυμαίνεται σε κάτι μεταξύ γλώσσας και μη γλώσσας, μορίου και επιφωνήματος. Αυτό είναι λογικό, αν σκεφτεί κανείς ότι εκφράζει μια αρνητική και έντονη συναισθηματικά κατάσταση, που κάνει το υποκείμενό της να αντιδρά με άμεση ενόχληση, άκομψα και βίαια. Δεν είναι τυχαίο ότι είναι ταυτόσημο με το επιφώνημα της αποδοκιμασίας που ακούγεται σε γήπεδα, ομιλίες κουλουπού, συνοδευόμενο και πολλές φορές από την αντίστοιχη χειρονομία (ο αντίχειρας κάτω - "να πεθάνει" στη ρωμαϊκή αρένα). Κατόπιν εξελίχθηκε και για λόγους ευφωνίας (αποφυγής της χασμωδιας) πριν από τα φωνήεντα απέκτησε ένα "κ" κι έγινε "ουκ".

"Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος", "Πώς δ' ουκ;" (τέλος πρότασης).

Στα νέα ελληνικά επιβιώνει ως: "ούτε"(ου+τε(=και)=και όχι, και ου, ως συμπληρωματική άρνηση σε άρνηση που έχει προηγηθεί), "ουδέν" (αρχαϊσμός στο "ουδέν σχόλιον", "ουδέν πρόβλημα", αναλύεται σε ου+τε+hεν>ου+τ+hεν,ου+τhεν, ουθέν - στον Αριστοτέλη, ουδέν -τρεις λέξεις σε μία: όχι παίζουμε(!)= και όχι ένα, ούτε ένα, δηλαδή κανένα, εξ ου και το νεοελληνικό "δεν" που είναι απομεινάρι και συντίθεται από το τε+hεν και το αστείο είναι ότι σημαίνει "και εν" δηλαδή "κάτι", το αντίθετο του "τίποτα" ως άρνησης!)και φυσικά στο "όχι"(ουχί<ου+χι,οπου -χι= εμφατικό μόριο και ουχί= όχι βέβαια!, όπως "ναίχι"=ναι βέβαια, και βέβαια!, βλ. τα νεοελληνικά "ναίσκε","όσκες", όπου -σκε είναι το μόριο της έμφασης).

Υπήρχαν και άλλες αρνήσεις που χρησιμοποιούνταν στις λοιπές εγκλίσεις και στα ονοματικά περιβάλλοντα, όπως η "μη" και στα πιο αρχαϊκά χρόνια η παραλλαγή της φωνολογικά που κατέληξε αρνητικό πρόθημα, καθώς το α- ήταν τότε ακόμα καθαρά προσθετικό και επιτατικό κι όχι αρνητικό, η "νη" (νηπενθή<νη+πένθος(=έλλειψη πένθους), νήπιο<νη+έπος(=το έχον ελλειψη ομιλίας), νηνεμία<νη+άνεμος(=απουσία ανέμων)κ.λπ.)

Το ναι... Η ιστορία αυτού του βεβαιωτικού μορίου, που εμφανίζεται σε όλες τις ινδοευρωπαϊκές γλώσσες με μεγάλη ποικιλία, είναι μεγάλη. Ο στόχος του είναι να επιβεβαιώνει. Να επιβεβαιώνει μέσω της επίδειξης και να επαληθεύει στο δια ταύτα του λόγου το αληθές.

"Να! Πάρτα να μην στα χρωστάω"

Ποια; Τα δάχτυλα που δείχνω στο φασκέλωμά μου. Και υπονοούν άλλα, γνωστά στους υβριστές της συνομιλίας και μόνο, αφού έχουν προηγηθεί. Προς Θεού και Τζίζας, αγαπητές κυρίες και κύριοι, μη μπερδεύετε το "να" το δεικτικό μ' αυτό της υποτακτικής στο "να μην στα χρωστάω" που προέρχεται από το μόριο "ίνα" που είναι τελικό μεν, συντελικό δε γιατί περιγράφει το σκοπό αυτού που ακολουθεί...

Οι αρχαίοι ημών όμως είχαν διαφορετική προφορά... Φτιάχνανε πολλούς κατιόντες διφθόγγους... Στα γ' ενικά της οριστικής (π.χ.:λέγει->legej), στις ονομαστικές των πληθυντικών (οι άνθρωποι->hoi anthropoj), και σ' αυτό το ίδιο το βεβαιωτικό μόριο, το "ναι" (naj), όπου το aj ως κατιούσα δίφθογγος (ως δύο φθόγγοι που ακούγονται στην ταχύτητα εκφοράς ενός απλού σχεδόν και όπου ο δεύτερος είναι ημίφωνο, ακούγεται σ'αυτήν την περίπτωση κάτι σαν "γι", αλλά επειδή είναι στο τέλος της λέξης εδώ με το "γ" σχεδόν αναιπαίσθητο) προφέρεται σα "βλάχικο" φωνήεν που γυρεύει να σβήσει γρήγορα από τη γρήγορη εκφορά των προφορών αυτών. Το "α" είναι ο πρώτος φθόγγος που συνοδεύει τον άνθρωπο σ' όλη του τη ζωή. Υπάρχει σε όλες τις γλώσσες και μεταφέρει θετικά μηνύματα στις γλώσσες των ενηλίκων. Συμβολίζει τον ήλιο και το φως. Την αρχή των πάντων. Και ποιος ξέρει; Ο αρχαίος μας πρόγονος, μπροστά στη γεμάτη ενέργεια και θετικότητα που εκπέμπει ο ήλιος, να θάμαξε κι αυτός την ομορφιά του κάνα αναφώνησε ένα ωραιότατο μέσα στο δέος "ΝΑΙ", δείχνοντάς τον και έτσι επιβεβαιώνοντάς τον. Με την ίδια ευκολία που θα βγάλει τα σώψυχά του μ'ενα οργιαστικό "α" κάθε φορά που θα θέλει να νιώσει την ωραιότητα και να την επικοινωνήσει στους παρευρισκόμενους, ή απλώς για να εκφράσει το συναίσθημά του και να ανακουφιστεί.

Η σλανγκιά της έκφρασης "ναι ή ου" έγκειται στην ειρωνική χροιά της. Είναι μια έκφραση που σπάνια θα ξεφύγει από το κλίμα οικειότητας και των ατόμων που κάνουμε χαβαλέ, άρα μας παίρνει και να ειρωνευτούμε, δε θα την πούμε σε κάποιον ανώτερο - ο ανώτερος στον κατώτερο όμως για μ' αρέσει ασκήσει πίεση είναι δυνατόν, αφού μιλά από θέση ισχύος και η ειρωνεία του ταιριάζει - και δε θα τη γράψουμε σε δόκιμο λόγο, δε θα τη δούμε σε κείμενο εκτός κι αν είναι ανεπίσημο, σενάριο, θεατρικό κουλουπού...

1.- Άσε μας, που θα μας βγάλει κι ο Μήτσος γλώσσα τώρα... Αυτού η μάνα του είχε βολέψει όλα τα Πετράλωνα... Παντού της κάνουν τεμενάδες, για να μην πω τίποτε χειρότερο...
- Μάκη, έτσι και συνεχίσεις να μη μετράς τα λόγια σου, θα σε κάνω εγώ να μετράς τα δόντια σου!(του ορμάει, τον αρπάζει απ'το γιακά και τονε στένει στον τοίχο) Λέγε ρε! (αγκωμαχεί ο Μάκης) Θα ξαναβρίσεις τη μάνα μου, ναι ή ου;(ως αποφώνηση σκηνικού προσβόλας, απειλειτικά. Καβγάς εν όψει αλλά όχι σίγουρα)
2. - Άσε με, ρε μλκ!
- Τί να σ'αφήσω ρε! Ολυμπιακός με Άντερλεχτ, έλα να το παίξουμε μονό! Πάμε καφενείο να δούμε τον αγώνα και στην πορεία τ'αλλάζουμε άμα δεν μας πάει...
- Όχου, δεν το βλέπεις εδώ πέρα που έχω δουλειά, διάβασμα, δεν έχω τελειώσει ακόμα... Χέσε με σου λέω...
- Έλα, για τελευταία φορά:Έρχεσαι ναι ή ου;
- Καλά, κουφός είσαι; Ουουου, ρε, ουουου, φύγε από δω χάμου! (αποφώνηση κι απάντηση να φύγει και ο ζόρες σε περίπτωση πίεσης:σε τέτοιες περιπτώσεις ένας ξάδελφός μου επειδή τού'λεγα πιο πολλές φορές όχι,μού'λεγε "ναι ή ναι",ο σκασμένος!)

3.- Κοιτάξτε την παλιαδερφάρα... (στο κυλικείο του σχολείου ένας "μπούλης" ρίχνει το δίσκο από ένα παιδί) Είσαι άντρας, ναι ή ου; (πρόσκληση καυγά ως ρητορική ερώτηση που η απάντηση καλείται να δοθεί πυξ λαξ στα τσαμπουκαλίκια.Πιο πιθανό να πέσει ξύλο.)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
patsis

Επειδή δεν κατάλαβα, λες ότι το "Να! Πάρτα να μην στα χρωστάω" είναι βασικά "Ναι! Πάρτα να μην στα χρωστάω";

#2
barbarosa

Λέω ότι το "ναι" ξεκίνησε ως επιβεβαιωτικό μόριο που αποδεικνύει αυτό που λέει δείχνοντας κι ολας εκείνη τη στιγμή το ότι αυτό που λέγεται είναι αληθινό γιατί μπορεί να υποστηριχθεί από απτά, εμπειρικά δεδομένα. Κατόπιν απόκτησε μια πιο αφηρημένη χροιά και μετά έπρεπε να γίνει μια διαφοροποίηση ανάμεσα στο αφηρημένο επιβεβαιωτικό - δεικτικό μόριο και στο συγκεκριμένο. Έτσι το "naj" πήρε το ρόλο του αφηρημένου και το "na" έγινε μεταγενέστερα, επανεφευρέθηκε από το ίδιο επιφώνημα για να καλύψει τον πρωταρχικό ρόλο που είχε το "naj", δηλαδή τη συγκεκριμένη δείξη.
Αυτό που διέφυγε από τον ορισμό (τον είχα κι ένα τετράμηνο στο πρόχειρο) είναι η σύνδεση μεταξύ του "νη" και του "ναι".Το "νη" που κατέληξε αρνητικό μόριο, αρχικά ήταν μόριο άρνησης. Η αρχαία προφορά "nee" μας δείχνει πως διαφοροποιείται από το "naj" μόνο στο φωνήεν. Αυτό που ακούγεται κοφτά είναι η κατιούσα δίφθογγος του επιβεβαιωτικού μορίου, ενώ το φωνήεν του αρνητικού ήταν μακρόσυρτοι, το μακρό [e].Η άρνηση δηλαδή είχε επίμονο άκουσμα, ενώ η κατάφαση ήταν πιο επιφωνηματική, φευγαλέα και στιγμιαία, έως δειλή και αμήχανη. Αυτή η άρνηση συνδέεται κι όλας τις παραλλαγές του "no" σε όλες τις ινδοευρωπαϊκές γλώσσες. Αλλά σαν Έλληνες, πάντα πρωτοτυπούμε και εναντιωνόμαστε στη μαζοποίηση. Το αστείο της υπόθεσης είναι πως η άρνηση στα τσέχικα είναι "ne"(!) με το "e"κλειστό και κοφτό. Απότομο και αποφασιστικό.

#3
jesus

το "να" είναι μόριο που το χρησιμοποιούν και οι σλάβοι, πχ εδώ, στο κομμάτι που λέγεται particle. έχει ακριβώς την ίδια σημασία με τα ελληνικά κ υποθέτω είναι παρακινδυνευμένη η ετυμολόγησή του απ' το ναι.

(τσεκάροντας εκ των υστέρων βλέπω ότι σημαίνει το ίδιο κ στα βουλγάρικα, τα μακεντόνσκι κ τα σερβοκροάτικα.)

#4
barbarosa

Το "να" είναι μεταγενεστερο στα ελληνικά αλλά ουσιαστικά με ασυνεχή παρουσία στη γλώσσα μας. Είναι από την κοινή ινδοευρωπαϊκή προίκα ως "ναι" που είναι αρχαϊκότατη βεβαίωση, ενώ για τη δείξη επιστρατευόταν το "ιδού" ή το "ιδέ", αναλόγως. Μεταγενέστερα ξαναεμφανίστηκε αυτό το ριζικό, το λησμονημένο στα βυζαντινά ελληνικά κατά την εποχή των σκλαβηνιών, άρα άμεσα θεωρείται δάνειο και δεν προκύπτει ευθεία από τη ρίζα που ήταν ακόμη παρούσα στα αρχαϊκά ελληνικά. Τζίζας, ευχαριστώ για την παρέμβαση.

#5
jesus

το "να" μ' αυτή τη χρήση δεν μου φαίνεται να έχει σχέση με κατάφαση, οπότε γενικά δεν σε παρακολουθώ. είναι εκτός των γνώσεών μου, βέβαια, αλλά εξακολουθώ να πιστεύω ότι η σύνδεση "να" και "ναι" είναι παρακινδυνευμένη, κ ιδίως αφού απ' ό,τι φαίνεται παίζει σε όλες τις σλαβογενείς γλώσσες, απ' ό,τι βλέπω πχ κ στα τσέχικα: Na, tady máš ty peníze, παράδειγμα απ' το βικιλεξικό, το οποίο το γούγλε τρανσλέητ το δίνει " Here, here's the money." κ το βικιλεξικό το δίνει συνώνυμο με το γαλλικό tiens, το οποίο σημαίνει ακριβώς το ίδιο.

με τα πολωνέζικα δεν έβγαλα κ πολύ άκρη, αλλά φαίνεται να μην λέγεται.

επανέρχομαι, λοιπόν, κ λέω ότι μου φαίνεται πιο λογικό το να το πήραμε στα ελληνικά απ' τους σλάβους παρά το να το πήραν όλοι οι σλάβοι από τα ελληνικά, παρ' ό,τι δεν είναι κάτι το οποίο γνωρίζω μετά βεβαιότητος.

(το υπόλοιπο λήμμα δεν το διάβασα ακόμα)

#6
vikar

Και ένα κρύο:

- Γυναίκα λέγ' εδώ και τώρα: μ' απατάς, ναί ή ού;
- Ούουουου!...

#7
barbarosa

xaxaxa!σημασιολογική αναστροφή λόγω ειρωνείας!
Ο Τοτός λέει πως ο παππούς του είναι λύκος και τον πάει στο σχολείο την ημέρα που έφερναν τα κατοικίδιά τους (και καλά) να τα παρουσιάσουν. Τον ρωτάει:
- Παππού, πόσο καιρό έχεις να πας με τη γιαγιά;
- Ουουουουου! (δείχνει και ποσότητα, εδώ χρονικής διάρκειας)