Αυτός που τον έχουνε μπανίσει. Αν ισχύει το αξιοζήλευτον της παρακολούθησής του και το άκρως σκανδαλιστικό εις τα ιδιαίτερά του με νεγκλιζέ ή άλλου είδους ελλιπή περιβολή λόγω κατάστασης - ειδικού περιβάλλοντος(π.χ. μαγιό, μπικίνι, τρικίνι και πλέον και τόπλες) κατ' επέκταση είναι ο γουστόζικος, ο τραβηχτικός τα βλέμματα, ο ωραίος. Απαντάται στο ουδέτερο γένος στην έκφραση "μπάνικο μωρό" συχνότατα.Το μπάνικο παρόλα αυτά αφορά σε κάτι άψυχο, σε κάτι που αντιμετωπίζεται ως αντικείμενο προς απόκτηση και επίδειξή του ως τρόπαιο, έστω κι αν δεν είναι και ως κάτι που οπωσδήποτε αναμένεται να αναβαθμίσει το κύρος του κατόχου του.


1.- Πω, ρε φίλε... Κοίτα με τρόπο ένα μπάνικο μωρό που περνάει μόλις τώρα... με τρόπο ρε κάφρε, μην καρφωθούμε!
2.- Κοίτα μαλάκα τι μπάνισα!... Με δύο σιμ, λειτουργικό γουίντοουζ, 4πύρυνο στα 1200 MHz, κάμερα 5mp μόνο 60 ευρουλάκια! Λέω να το τσιμπίσω... Τα αντρόιντ σ' αυτά τα λεφτά είναι τραγικά - ειδικά οι οθόνες τους δε βλέπονται...
- Μαλάκα, είναι όντως μπάνικο; Γιατί εμείς τα πληρώνουμε μετά με τη γκρίνια σου, "μου βγήκε τό' να άχρηστο, μου βγήκε τ' άλλο σάπιο"... Ξέρω' γω... Πάρ' το και βάλ' το στον κώλο σου όμως μετά, σε προειδοποιώ...Άντε να μου χαθείς, Μπιλ Γκέιτς - τρομάρα σου! Εσύ και τα γκάτζετ σου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
jesus

μεγάλη έλλειψη.

αλλά θα διαφωνήσω με την 1η πρόταση: δεν είναι αυτός που έχουμε μπανίσει, αλλά αυτός που αξίζει να τον μπανίσουμε κ που προσελκύει το μπάνισμα. τουλάστιχον έτσι το αντιλαμβάνομαι.

πχ εκεί που λέει ο φουσέκης "σ' έχω μπανίσει ότι κάνεις μαλακίες", ο τύπος δεν είναι μπάνικος...

#2
donmhtsos

Ἡ λέξη εἶναι ἀρκετὰ παλιὰ. Τὴν χρησιμοπειεῖ συχνὰ ὁ Τσιφόρος καὶ πιθανῶς, ἐπειδὴ τὴ θεωρεῖ ἀρκετὰ συνηθισμένη, δὲν τὴν ἔχει στὸ γλωσσάρι του.

#3
donmhtsos

#4
vikar

Ναί, κι εγώ έτσι την ξέρω τη λέξη όπως ο τζίζας. Και ναί, μεγάλη έλλειψη, σωστός.

#5
vikar

Ρε παιδιά, το είχαμε αφού...

#6
barbarosa

Αφού για το "μπανίζω" είναι πολλά και αντικρουόμενα αυτά περί προέλευσής του, αποκλείεται να σημαίνει "τυλίγω/χώνω κάτι μέσα στο πανί της ποδιάς", όπως οι νοικοκυρές κάποτε από φλύδια που καθάριζαν, έως φρούτα που τζούρνευαν; Από το "τον πάνισα -> το μ-πάνισα" και κατόπιν λεξικοποιημένο ως "μπανίζω".
Κοιτάξτε τί πέτυχα:"[...]Απόμεινε ο Γιαννάκης μόνος πάνω στην πέτρα. Σκώθηκε ο καημένος και παίρνει τα μάτια κλαμένα και την καρδιά καμένη και κοιτάζει πιο δρόμο να πάει. Το μέρος άγριο, ο τόπος απατητος. Δω τον έχεις το Γιαννάκη, κει τον έχεις, βρήκε ένα δρόμο. Πάει, πάει, πάει, βγήκε σε μια γυναίκα κι είχε τα φρύδια της μακριά ίσαμε δω κάτω και δεν έβλεπε. Πάει κοντά της. Αυτή με τα βυζιά της πάνιζε, με τα βυζιά της φούρνιζε..."
Με βυζιά και ψωμιά δημιουργείται μιαν αρχέγονη εικόνα μήτρας και οσμων που παραπέμπει σε γονιμότητα όπως η ίδια η πάνα, η ποδιά μπροστά από τη γενετήσια περιοχή που έχει και το μεταφυσικό σκοπό να προστατεύει από το μάτι κι έτσι να το διατηρεί πάντα γόνιμο μακριά από την κακεντρέχεια των γυναικών και σε φροντίδα. Πανίζω κάτι που δευτερευόντως θέλω να κρύψω και να φυλάξω μόνο για τον εαυτό μου αν απρόσκλητοι με πιάνουν επ'αυτοφόρω με αυτό που θέλω να κρατήσω μυστικό και το καταχωνιάζω όπως όπως αντανακλαστικά στο πρώτο σημείο που μου προκύπτει εύκαιρο.
Το απόσπασμα είναι από το ανθολόγιο :"Παραμύθια του λαού μας" του Γιώργου Ιωάννου, απ'το παραμύθι "Ο γερο-Σορόκος".

#7
donmhtsos

Πολὺ ὡραῖο τὸ ἀπόσπασμα τοῦ παραμυθιοῦ ποὺ μᾶς ἔδωσες Βαρβαρόσα μου καὶ ἡ εἰκόνα τῆς πληθωρικῆς γυναίκας ποὺ πανίζει καὶ φουρνίζει μὲ τὰ βυζιὰ της ξυπνᾶ μνῆμες παιδικὲς στὸ ὑποσυνείδητο. Ἐν τούτοις πιστεύω ὅτι ἡ λέξη ἕχει ἀστικὴ προέλευση καὶ συγκεκριμενα ἀπὸ τὸ λεξιλόγιο τῆς "μαγκιᾶς", γιατὶ ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Τσιφόρο ποὺ προανέφερα, τὴν ἔχω ἀκούσει κι ἀπὸ παλιοὺς πειραιῶτες ποὺ μιλοῦσαν τὰ μάγκικα φυσικὰ, μιᾶς καὶ εἶχαν μεγαλώσει σ' αὐτὸ τὸ περιβάλλον.

#8
barbarosa

Χμμμ... Η αλήθεια πως από τον τρόπο χρήσης της γλώσσας στα συγκεκριμένα παραμύθια, ή στα περισσότερα απ'αυτά που περιλαμβάνονται στη συλλογή, καταλαβαίνω πως πρόκειται για πελοποννησιακές διαλέκτους και είναι αυτές πάνω στις οποίες στηρίχθηκαν πρωτίστως τα στοιχεία της Νεότερης Ελληνικής Κοινής γλώσσας που αργότερα έγινε καθομιλούμενη αστική δημοτική. Η συλλογή έγινε από προφορικές αφηγήσεις άρα ταυτόχρονα έφεραν και το στοιχείο της εξέλιξης στις διαλέκτους και στις ντοπιολαλιές γενικότερα όπως είχε αυτό επηρεαστεί και από την εξάπλωση του θεσμού των σχολείων και της πρότυπης κρατικής εκπαίδευσης που προωθούσε το συγκεκριμένο ιδίωμα, όπως συμβαίνει σε όλες τις χώρες του κόσμου με την κρατική εκπαίδευση αφού η γλώσσα είναι μια διάλεκτος με στρατό και στόλο και οι λοιπές είναι ηττημένες αφού δεν ευνοούνται από το θεσμό. Εδώ προκύπτουν δύο υποθέσεις: η μία αφορά τον "διαβρωτικό" χαρακτήρα επιρροής της επίσημης γλώσσας που επιβάλλεται στην εκπαίδευση και αφήνει ίχνη στις διαλέκτους αναλόγως της επαφής που έχουν οι διαλεκτόφωνοι με αυτήν πράγμα που εξαρτάται από το πόσο στενές έχουν υπάρξει οι σχέσεις του με το σχολείο. Εδώ εφόσον τα ιδιώματα είναι επί το πλείστον πελοποννησιακά, η επίσηη γλώσσα έχει τα περισσότερα δυνατά σημεία επαφής με τα ιδιώματα αυτά.Άρα μπορεί να είναι περίπτωση "δανείου" από την επίσημη γλώσσα. Η δεύτερη υπόθεση αφορά το αντίστροφο, δηλαδή το να είναι "δάνειο" από διάλεκτο που να χρησιμοποιήθηκε από την επίσημη γλώσσα κατά τη σύνθεσή της ως καθομιλουμένης και από εκεί οι μάγκες με συνειρμούς να κατάφεραν να δηλώσουν τη συγκεκριμένη έννοια σε προυπάρχον μορφολογικά και λεξιλογικά υλικό - δηλαδή η λέξη ως λέξη να προϋπήρχε, απλώς αυτοί να της έδωσαν το μεταφορικό της νόημα που τελικά αυτό επικράτησε συσκοτίζοντας την ετυμολογία της ακόμη περισσότερο αν προϋπήρξε και φωνολογική συσκότιση.