Γαλλίζουσα εκδοχή του αξιαγάμητος/-η. Ηπιότερη διατύπωση που χρησιμοποιείται κυρίως από γυναίκες μιας κάποιας ηλικίας ή/και παντρεμένες κλπ. Περιέχει ισχυρή δόση συγκατάβασης.
- Τι έγινε, Μαράκι; Βγήκατε με τον έτσι; Πώς ήταν;
- Να σου πω, χρυσό μου... Κρεβατάμπλ, απολύτως κρεβατάμπλ... Αλλά, βρε, δεν έχει μία... Κι εγώ, ξέρεις, κυττάζω πια να αποκατασταθώ...
3 comments
Cunning Linguist
Χάχα! Μην μου πεις ότι στο παράδειγμα έγραψες "κυττάζω" αντί για "κοιτάζω" επειδή το λέει μια γυναίκα "κάποιας ηλικίας"!!
poniroskylo
Και να πω ναι, ποιός θα με πιστέψει; Δεν είναι μόνον οι γυναίκες μιας κάποιας ηλικίας.
lykos
Γαλλίζουσα!!! Μ'έσκισες!.....