Οι όρχεις των ζώων αλλά και των ανθρώπων, στην κρητική ιδιόλεκτο.
Αλλιώς και: ασβάχια.
Εντάξει φίλε αυτά τα γράφουμε στα ζουβάχια μας!
Οι όρχεις των ζώων αλλά και των ανθρώπων, στην κρητική ιδιόλεκτο.
Αλλιώς και: ασβάχια.
Εντάξει φίλε αυτά τα γράφουμε στα ζουβάχια μας!
Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.
Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.
Got a better definition? Add it!
5 comments
prasas
Εγώ από Κρήτη είμαι,πρώτη φορά ακούω τη λέξη..είσαι σίγουρος ότι πρόκειτε για κρητικά?
iron
και γω ρώτησα έναν κρητικό που επίσης δεν το είχε ακούσει. Μπορεί όμως να είναι πολύ τοπικό.
Επισκέπτης
sto rethymno kikloforei afti i leksi alla se poli .. psagmenes parees!
xalikoutis
Μπράβο! Η λέξη βεβαίως υπάρχει, αλλά στα πεδινά την αγνοούν. Τη λένε όμως και στα Σφακιά και στα Ανώγεια (κάτι που δεν είναι πολύ συνηθισμένο). Επίσης αν και η λέξη αφορά όντως τα αρχίδια των ζώων, μπορεί να αναφέρεται και στα ανθρώπινα όταν αυτά νοούνται αυστηρά ανατομικώς, χωρίς δηλαδή σεξουαλικές προεκτάσεις. Γι' αυτό και η λέξη είναι κι ένας εύσχημος τρόπος ακόμα και για γυναίκες να αναφερθούν στ' αρχίδια. Άκουσα πολύ πρόσφατα μεγάλη γυναίκα να λέει: Ο τάδε έχει το κακό στο ζουβάχι ντου« μτφρ: καρκίνο του όρχεος.
Αξιοσημείωτο ότι ως σχετικά κόσμιος τρόπος να αναφερθείς στα αρχίδια, ήδη απαντούν στο internet κάποιες χρήσεις του ζουβάχια κατά το στα φρύδια μου, στα κάκαλά μου κ.λπ.
xalikoutis
Ετυμολογία όμως....