Μόνο στην έκφραση νεύρα τσατάλια που σημαίνει νεύρα καταρρακωμένα και ευερέθιστα.

Τσατάλι ή τσάταλο: χοντρό διχαλωτό ραβδί (από το τουρκικό çatal = πηρούνι, πηγή: Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα). Τσατάλι στα σαρακατσάνικα σημαίνει τσιγκέλι (πηγή: Διόνυσος). Υποθέτω ότι «νεύρα τσατάλια» σημαίνει νεύρα τσιτωμένα και αιχμηρά σαν πηρούνια ή σαν τσιγκέλια.

Μου έκανε τα νεύρα τσατάλια η Μαιρούλα με τα καπρίτσια της!

(από BuBis, 28/06/09)(από BuBis, 28/06/09)Στο 0:27 (από allivegp, 07/08/11)ΤΣΑΤΑΛΙ ή ΔIΚΡΑΝΙ χρησίμευε για σκάψιμο σε χώρο που δεν μπορούσε να μπεί το άροτρο για να οργωθεί (από dryhammer, 05/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
GATZMAN

Να 'σαι καλά φίλε

#2
acg

Τα νευρα επισης γινονται ενιοτε και κροσσια ή ταντελα. Τωρα πώς παει η σχετικη κλιμακα δυστυχως δεν γνωριζω.

#3
BuBis

Το çatal σημαίνει γενικώς διχάλα, κάτι διχαλωτό ένα πράμα...

Στο χωριό μου τσατάλα, βεβαίως², λέγαμε την σφενδόνα που την φτιάχναμε με κλαδί διχαλωτό. Άρα το τσιτωμένα πολύ πιθανόν να προέρχεται από αυτήν του την χρήση, δηλαδή όπως τσιτώνεται το λάστιχο στην τσατάλα.

#4
knasos

Και βιβλιογραφική αναφορά στον ορισμό; Μετράει!

#5
Gio Arg

Η Τουρκική αυτή λέξη είναι μάλλον δανεια από την Περσική (δε γνωρίζω αν με τη σειρά της είναι δάνειο από την Αραβική): ''chang'' (στην farsi) κυριολεκτικά είναι το ράμφος πουλιού και τα νύχια άγριου ζώου. ''Changal'' είναι τόσο το ράμφος/νύχι, όσο και το πηρούνι. Χωρίς να το ψάξω (αν κάποιος έχει όρεξη ας το κάνει), τα (μυτερά) βυζαντινά ''τσαγγία'' και ο ''τσαγκάρης'' ίσως να βγαίνουν από εκεί;

#6
electron

στα μέρη μου τσατάλι είναι η τσουγκράνα, και υπάρχει και η έκφραση αυτός κάνει μόνο για τσατάλι(α)σμα (για αθλητές και δη ποδοσφαιριστές), δηλαδή είναι άμπαλος, παρότι είναι σωματώδης, οπότε είναι χρησιμότερος για τσουγκράνισμα των αγρών, κάτι για το οποίο (όπως είναι γνωστό από την αρχαιότητα) δεν χρειάζεται ιδιαίτερο ταλέντο. Παρά μόνο ωμή φυσική δύναμη.

#7
vasarnikos

Βγήκε από τη Ναυμαχία του Γέροντα που έλαβε χώρα στις 29 Αυγούστου 1824 απέναντι από τη Λέρο, ανάμεσα στον τουρκοαιγυπτιακό στόλο, υπό την αρχηγία του Ιμπραήμ και του Χοσρέφ Πασά, και του ελληνικού, που αποτελούνταν κυρίως από πυρπολικά από την Ύδρα και τις Σπέτσες και που διοικούσε ο Ανδρέας Μιαούλης. Πολλά τουρκικά πλοία χάθηκαν και στο τέλος της ημέρας ο τουρκικός στόλος αποσύρθηκε προς την Αλικαρνασσό. Η ναυμαχία του Γέροντα εξασφάλισε τη Σάμο από τον τουρκικό στόλο, ενώ από τη μάχη έμεινε γνωστή η φράση «κάνω τσατάλια» (καταστρέφω) από το όνομα του κόλπου της Μικράς Ασίας κοντά στον οποίο έγινε η ναυμαχία! (πηγή: βικιπαίδεια/«Ναυμαχία του Γέροντα»)