Εναλλακτικό του πούτσος / πούτσα.

πούτσος -> πούλος -> σούλος.

Από τη τακτική του «αλλάζω ένα γράμμα για να διαφοροποιηθώ». Μπορεί να ειπωθεί και «κούλα»

- Ρε, γάμησε χτες ο βάζελος. 0-1 την Ίντερ.
- Στο σούλο μου ρε μαλάκα, ποιος ασχολείται μ' αυτούς;

- Μπόμπα αυτό το ξίου, δεν πίνεται.
- Στην σουλάρα μου, ο καλός ο νεροχύτης όλα τα ρουφάει.

Τι ακροβώς περιγράφει ο Φα σουλας; (από Vrastaman, 27/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
poniroskylo

Α να γειά σου.

#2
notheitis

request...

#3
slangprof

Σπέκια και αστερίες μεγάλε.