Πρόκειται για ευρέως διαδεδομένη λέξη η οποία σημαίνει τον υπερήλικα, με μία δηκτική ωστόσο χροιά. Σημαίνει δηλαδή τον μεγάλο σε ηλικία και ανίκανο, εξαιτίας της ηλικίας αυτής, για τα περισσότερα πράγματα.
-Όλο το βράδυ μου έκανε καμάκι ο πατέρας του Γιώργου. Δε βλέπει που δεν μπορεί να περπατήσει καλά καλά, θέλει και έρωτες το ραμολί, κατάλαβες;
9 comments
jaiel
Το ίδιο δε σημαίνει και το ραμολιμέντο;
acg
Ναι, μονο που το δευτερο εχει σαφως καλυτερη γευση.
Lexiplastria
Καλύτερη γεύση;;;;;;;; Τί εννοείς;;;;;;;;
vikar
Σωστά, πές τα ρε λεξιπλάστρα. Εγώ μιά φορά προτιμάω το ραμολιδυόσμο.
Επισκέπτης
Ego pali ta ramoli h ramolimenta ta leo Ramol dikh mou ekdoxh h akoma kai ramolia (tonizetai sto o) h apla mol
Επισκέπτης
Tha sumfonisw me tin Afro oson afora tin ekdoxi tou <<ramol>> etsi tha mporoun kai oi xenoi na katalavoun peri tinos prokeitai kathws tha ginei mia lexi me eurews diadedwmeni ermineia. pws einai gia paradeigma to <<OK>>, <<good morning>> klp etsi tha einai kai to ramol. ex. the ramol is moving, dancing, clubing.
Επισκέπτης
Κατά πάσα πιθανότητα προέρχεται από το γαλλικό ρήμα (ίσως ακόμα και από παρόμοιο ιταλικό) ramollir. Εκ του επιθέτου mou/molle (μαλ(θ)ακός) = μαλακώνω, καθιστώ κάτι πιο αδύναμο.
Ο ΑΛΛΟΣ
Πρακτικά σημαίνει «ξεκουτιαίνω», αν και, βάσει της ετυμολογίας, όπως λέει και το Ινκ, σημαίνει περίπου «παθαίνω μαλάκυνση» (μαλακώνω, το μυαλό μου μαλακώνει / νερουλιάζει / κουρκουτιάζει κλπ.). Το ραμολί είναι η μετοχή του ρήματος στα γαλλικά (=ξεκουτιασμένος), το ραμολιμέντο είναι το ουσιαστικό στα ιταλικά (το ξεκούτιασμα, η μαλάκυνση).
Δε νομίζω ότι χρειάζεται να του κόψουμε πολλές συλλαβές για να το καταλάβουν καλύτερα οι ξένοι.
arapoglouathens
Ραμολί είναι μια συχνή έκφραση που χρησιμοποιούν οι γιατροί για να υποδηλώσουν επιβαρυμένο ασθενή.
- Τι έβαλε πάλι στο χειρουργείο ο τάδε; - Ένα παππού ραμολί, θα μπλεξουμε πάλι ρε συ....