Η πραγματική σημασία της λέξης αναφέρεται σε πουλί με μαύρο φτέρωμα και άγρια φωνή, που φωλιάζει σε ρωγμές βράχων ή σε ερείπια, κάτι σαν την γνωστή καρακάξα.

Υβριστικά περιγράφει την άσχημη και κακιά γυναίκα που αντιπαθούμε. Ίσως ηχητικά παραπέμπει και στην καριόλα, αλλά ετυμολογικά δεν έχει ουδεμία σχέση.

- Αν δεν μού δώσεις διατροφή, θα τη διεκδικήσω στα δικαστήρια. Σε μισώ, αλήτη!
- Φύγε από 'δώ μωρή κάργια, μού έχεις κάνει τη ζωή μαύρη. Δε θέλω να σε ξαναδώ στα μάτια μου.

Βλ. και: μελεμενιά, καρακαηδόνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Hank

Θα ανεβάσω το σχετικό μηλιώκειο άσμα, όσον ούπω.

#2
poniroskylo

Δες και καρακαηδόνα

#3
jesus

πάρ'τε κ ένα τραγουδάκι στον σωλήνα

#4
soulto

ΚΑΡΓΙΕΣ ΟΤΑΝ ΧΩΡΙΖΕΤΕ ΜΕ ΤΟΝ ΦΛΩΡΟ ΑΥΤΟΣ ΞΕΣΠΑΕΙ ΣΤΙΣ ΠΑΣΤΕΣ, ΤΟ ΓΝΗΣΙΟ ΛΑΪΚΟ ΠΑΙΔΙ ΟΜΩΣ ΚΑΝΕΙ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΑΕΡΟΠΕΙΡΑΤΙΑ ΓΙΑ ΠΑΡΤΗ ΣΑΣ
Ψ Ο Φ Ο

Πηγή

#5
soulto

#6
Khan

#7
donmhtsos

@ Khan (#6) Γι' αὐτὴ τὴν καρια πάει αὐτὸ:

ἀπόψε εἶναι βαριὰ ἡ δόλια μου καριὰ