Στενοχωριέμαι, πικραίνομαι, νοιώθω μελαγχολία, είμαι γάμησέ τα κι άφησέ τα.
Συνεκδοχικά πίνω φαρμάκια, ρουφάω τ' αυγό μου, γεύομαι την πικρία, όντας μάρτυρας μιας άσχημης πραγματικότητας που με αφορά, λίγο ως πολύ, ή είμαι «φύση» πεσιμιστής και την πίνω γενικότερα και έχει να κάνει με καταστάσεις από «την ζουζού την αγαπώ μα μ' αρέσει κι η κοκό» μέχρι «πιες παιδί μου την πορτοκαλάδα σου¨- την πίνω μητέρα».
Θα συναντήσουμε τη φράση με ποικίλες άλλες σημασίες - δείγμα του γλωσσικού μας πλούτου.
«Όταν την πίνω την ρακί την πίνω μπαμ και κάτω γιατί βλέπω τα μάθια σου στου ποτηριού τον μπάτο»
4 comments
Vrastaman
γμω τα μύδια ;-)
iron
ε τον καψερό! δικός σου είναι;;;
Galadriel
Ερώτηση: το «τον ήπιαμε» είναι άλλη μορφή του ίδιου λήμματος; βλ. μήδι 3 εδώ- «τον ήπιαμε τον τιμημένο». Ή πάει χώρια;
pavleas
Λόγω καβουροσλαγκικής «ασαυρίας» (άσε γι' αύριο) δεν είδα το λήμμα του acg τον ήπια που καλύπτει επαρκώς το θέμα.
Το λόσκυ δεν είναι δικό μου-με αντιπροσωπεύει όμως σε τέτοιες στιγμές.. Στο για τα σχόλια.